iporta.gr

Ανεπίκαιρα (28ο άρθρο): ο Χρυσούς Αιώνας, του Γιάννη Καραχισαρίδη

Γιάννης Καραχισαρίδης

Η ακμή κι η παρακμή είναι μια μόνιμη παράμετρος που συνοδεύει την Ιστορία του ανθρώπινου γένους, συχνά μάλιστα, αυτή η περίφημη εναλλαγή προλαβαίνει να εμφανιστεί και στη ζωή του καθενός ξεχωριστά. Είναι μια έννοια που τη γνωρίζουμε από την πρωτοβάθμια εκπαίδευση, τόσο νωρίς. Όλοι με άνεση μπορούμε να κατονομάζουμε την ακμή και την παρακμή της Ρωμαϊκής, της Βυζαντινής ή μετέπειτα, της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, μπορούμε με ευχέρεια να θυμόμαστε πώς εμφανίστηκε ο χρυσούς αιώνας στην αρχαία Αθήνα και πώς χάθηκε, όταν προέκυψε ο πόλεμος κι η παρακμή. Πολύ δύσκολα όμως αντιλαμβανόμαστε αυτή την μόνιμη ιστορική διαδοχή στον ενεστώτα χρόνο, στην εποχή δηλαδή που βιώνουμε τις εξελίξεις, αφού η επικαιρότητα παρεμβαίνει κι επισκιάζει αυτή τη προφανή γνώση, θέτοντας την στο περιθώριο. Κι αυτό είναι φυσικό γιατί η επικαιρότητα επηρεάζει καίρια τη ζωή μας. Οπότε, όταν όλα πάνε καλά – περίοδος ακμής – πιστεύουμε ότι το παρών θα είναι κι αύριο το ίδιο, ότι δηλαδή τίποτα δεν θ’ αλλάξει. Όταν όλα πάνε στραβά – περίοδος της παρακμής – χρεώνουμε στη προηγηθείσα περίοδο της ακμής όλες τις αιτίες της τωρινής μας κακοδαιμονίας. Αυτή η στάση δεν είναι παράλογη, γιατί η ένταση των επίκαιρων γεγονότων δεν μας επιτρέπει να διακρίνουμε τη φυσικότητα των εξελίξεων, ούτε να κατανοήσουμε τις υπόγειες αιτίες της κατάστασης μας, έτσι που στο τέλος απαρνιόμαστε ότι καλό μας έχει συμβεί πιο πριν, σχεδόν καταλήγοντας να μισούμε το παρελθόν μας.

Τι συμβαίνει όμως και η παρακμή καραδοκεί σε κάθε περίπτωση που εμφανίζεται η όποια ακμή; Ποιος μηχανισμός της Ιστορίας τακτοποιεί αυτές τις μεταλλάξεις; Γιατί η ακμή δε μπορεί να διαρκέσει και είναι εξ αρχής καταδικασμένη; Μόνο το πότε της παρακμής είναι άγνωστο – μπορεί να εμφανιστεί σύντομα ή να καθυστερήσει πολύ – όμως η βεβαιότητα του ερχομού της είναι δεδομένη. Για παράδειγμα – και υπάρχουν πολλά – όταν ο Ελ. Βενιζέλος ίδρυσε το κόμμα των Φιλελευθέρων ή ο Γ. Παπανδρέου την Ένωση Κέντρου ήταν βέβαιο – ακόμα κι όταν αυτό δε περνούσε από τη σκέψη των ανθρώπων – ότι σε κάποια χρονική στιγμή τα κόμματα αυτά θα παρήκμαζαν και θα έπαυαν να υπάρχουν. Αλλά γιατί να είναι αυτή η φυσική κίνηση των πραγμάτων; Φαίνεται πως ότι κυριαρχεί και ακμάζει – σε οποιονδήποτε τομέα της ανθρώπινης δραστηριότητας – με κάποιο τρόπο περιέρχεται σε μια ακινησία, χάνει σταδιακά την αρχική του ορμή, αποκτά μια στατική μορφή κι έτσι είναι παρεπόμενο να φυτρώνει μέσα του ο σπόρος της παρακμής. Γιατί ο χρόνος δε σταματάει ποτέ να κυλάει, το ίδιο και η ζωή. Η κάθε μέρα που περνάει δημιουργεί νέες εν δυνάμει ανάγκες, νέα δεδομένα – που δεν είναι αμέσως ευδιάκριτα, νέες αντιθέσεις και συνθέσεις σε προϊούσα διαδικασία, ενώ την ίδια στιγμή το ακμάζων σύστημα θρονιασμένο στην πολυθρόνα του έχει ξεχαστεί, απολαμβάνοντας κατακτήσεις, που όμως ολοένα και απομακρύνονται στο παρελθόν, που κάθε μέρα σωρεύεται. Αν το σύστημα που ακμάζει είναι ανθεκτικό, τότε η παρακμή παίρνει παράταση, αλλιώς όλα επιταχύνονται.

Δεν είναι όμως μόνο οι εσωτερικές διεργασίες που επηρεάζουν τη πτώση, είναι και εξωγενείς παράγοντες – έξω απ’ το σύστημα που ακμάζει. Ή η εμφάνιση μιας ξαφνικής κι απροσδόκητης μεταβολής των συνθηκών, που κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει. Μια τέτοια μεταβολή, αν κι εφ’ όσον συμβεί, στην αρχή αιφνιδιάζει, γρήγορα όμως η προσαρμοστικότητα των ανθρώπων την εντάσσει στα προφανή και σε λίγο όλοι είναι πεπεισμένοι, ότι γνώριζαν εκ των προτέρων το ενδεχόμενο της απρόσμενης εξέλιξης. Στη συνέχεια το αξιολογούν με βάση τις πεποιθήσεις που είχαν πριν αυτό συμβεί και ο καθένας καταλήγει σε συμπεράσματα που ταιριάζουν με την όποια στατική του κοσμοθεωρία.

Είναι ακριβώς η αφήγηση της κρίσης, που ξαφνικά μας επισκέφθηκε, πριν λίγα χρόνια. Και για να την ερμηνεύσουμε – απ’ όποια σκοπιά κι αν κοιτάμε – όλοι σχεδόν έχουμε συμφωνήσει ότι τίποτα δεν κάναμε σωστά από τη μεταπολίτευση και δώθε. Κι όμως αυτή η μακρά και ειρηνική περίοδος αναμφισβήτητα ξεχωρίζει μέσα στα σχεδόν 200 χρόνια της σύγχρονης Ιστορίας μας. Ήταν η εποχή που για πρώτη φορά έβγαλε τη χώρα μας απ’ τη φτώχεια και τη μετανάστευση, οι νεώτερες γενιές δε γνώρισαν τη δυστυχία του πολέμου, κάτι πρωτοφανές, αν δούμε τι συνέβη τους δύο τελευταίους αιώνες. Σ’ αυτά τα χρόνια επήλθε η συμφιλίωση, βάζοντας τέλος στο διχασμό, που γεννήθηκε στη ταραγμένη δεκαετία του ΄40. Το δημοκρατικό πολίτευμα σταθεροποιήθηκε, χωρίς κλυδωνισμούς κι αμφισβητήσεις. Όλα αυτά αποτελούν την ενσάρκωση μιας ακμάζουσας κοινωνίας. Την οποία τη ζήσαμε, έστω κι αν τώρα την απορρίπτουμε μετά βδελυγμίας – κι αυτό δείγμα παρακμής – επηρεασμένοι από τα βάσανα της κρίσης.

Αν στέκουν οι συλλογισμοί που εκτίθενται παραπάνω, η ακμή που βιώσαμε μετά τη μεταπολίτευση, λόγω της φυσικής ακινησίας, εμφάνισε σταδιακά σημάδια κόπωσης. Η ανεξέλεγκτη υπερχρέωση του δημοσίου έκανε ευάλωτο το σύστημα μας σε εξωτερικούς κλυδωνισμούς, γι’ αυτό και η κατάρρευση ήρθε απότομα και θεαματικά. Παράλληλα το πολιτικό σύστημα και η έλλειψη ουσιαστικής του ανανέωσης – όχι ηλικιακής – στέρησε το σύστημα από νέες δημιουργικές ιδέες. Η ευμάρεια μείωσε ριζικά τα ανακλαστικά αναζήτησης. Όλα αυτά ήταν δείγματα μιας παρακμής που ελλόχευε. Ήρθε όμως ο απροσδόκητος εξωγενής παράγοντας που επιτάχυνε ραγδαία τον ερχομό της.

Ο χρυσούς αιώνας της Αρχαίας Αθήνας δεν ήταν ηθικά άμεπτος, όπως οι χριστιανικές καταβολές μάς κάνουν να πιστεύουμε. Η διαφθορά, όπως σε όλες τις πολυπληθείς κοινωνίες, ήταν και τότε παρούσα. Η αδικία δεν ήταν κάτι άγνωστο στην ένδοξη εκείνη εποχή. Και τότε υπήρχαν πτωχοί και πλούσιοι. Κι η άμεση δημοκρατία διακινούσε συμφέροντα και πολλά ήταν τα κτυπήματα κάτω απ’ τη ζώνη. Δυστυχώς, όταν σταματάμε να μελετάμε μια εποχή, τότε η γνώση μας απολιθώνεται και μας οδηγεί είτε στην εξιδανίκευση, είτε στην απόρριψη. Στη περίπτωση της δικής μας εποχής, η απόρριψη έρχεται από παντού. Ίσως γιατί ψάχνουμε την αθωότητα εκεί που δεν υπάρχει και ίσως γιατί δεν καταλαβαίνουμε ότι τα λάθη που έχουν γίνει σε άλλες συνθήκες δεν ισχύουν πλέον.

 Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.  

The article expresses the views of the author

iPorta.gr