ΤΟ ΜΕΝ ΕΠΙΜΑΡΤΥΡΟΥΜΕΝΟΝ ΟΤΙ ΣΥΜΦΕΡΕΙ ΕΝ ΤΑΙΣ ΧΡΕΙΑΙΣ
ΤΗΣ ΠΡΟΣ ΑΛΛΗΛΟΥΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΤΩΝ ΝΟΜΙΣΘΕΝΤΩΝ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΑΙΩΝ
ΕΧΕΙΝ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΧΩΡΑΝ ΔΕΙ
ΕΑΝ ΤΕ ΤΟ ΑΥΤΟ ΠΑΣΙ ΓΕΝΗΤΑΙ
ΕΑΝ ΤΕ ΜΗ ΤΟ ΑΥΤΟ
ΕΑΝ ΔΕ ΝΟΜΟΝ ΜΟΝΟΝ ΘΗΤΑΙ ΤΙΣ
ΜΗ ΑΠΟΒΑΙΝΗΙ ΔΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ
ΤΗΣ ΠΡΟΣ ΑΛΛΗΛΟΥΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
ΟΥΚΕΤΙ ΤΟΥΤΟ ΤΗΝ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΦΥΣΙΝ ΕΧΕΙ
ΚΑΝ ΜΕΤΑΠΙΠΤΗΙ ΤΟ ΚΑΤΑ ΤΟ ΔΙΚΑΙΟΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝ
ΧΡΟΝΟΝ ΔΕ ΤΙΝΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΙΝ ΕΝΑΡΜΟΤΤΗΙ
ΟΥΔΕΝ ΗΤΤΟΝ ΕΚΕΙΝΟΝ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ ΗΝ ΔΙΚΑΙΟΝ
ΤΟΙΣ ΜΗ ΦΩΝΑΙΣ ΚΕΝΑΙΣ ΕΑΥΤΟΥΣ ΣΥΝΤΑΡΑΤΤΟΥΣΙΝ
ΑΛΛ ΕΙΣ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΒΛΕΠΟΥΣΙΝ
“Απ’ όσα πράγματα έχουν θεωρηθεί ως συμφέροντα, δίκαιο πρέπει να αναγνωριστεί ό,τι αληθινά αποδείχθηκε χρήσιμο για τις ανάγκες της κοινωνικής ζωής, είτε είναι το ίδιο για όλους είτε όχι. Εάν όμως κάποιος θεσπίσει έναν νόμο, που δεν αποβαίνει προς όφελος της κοινωνικής ζωής, τότε ο νόμος αυτός δεν έχει πλέον τον χαρακτήρα του δικαίου. Αλλά εάν αυτό που είναι συμφέρον σύμφωνα με το νόμο αλλάζει μορφή, και για κάποιο χρονικό διάστημα εναρμονίζεται με τη γενική αντίληψη για το δίκαιο, γι’ αυτό ακριβώς το χρονικό διάστημα είναι δίκαιο για όσους δεν ταράζονται από κούφια λόγια, αλλά κοιτάζουν τα πράγματα ξεκάθαρα”.
Σε μια τόσο δικομανή κοινωνία, όπως η αθηναϊκή, αγκιστρωμένη πεισματικά στην θεοποιημένη «πανθ’ ορώσα Δίκη», όπως τη χαρακτήρισε ο Ευριπίδης, ο φιλόσοφος Επίκουρος αναγκάστηκε να δώσει πραγματικές ιδεολογικές μάχες προκειμένου να ξετινάξει από το νου των συμπολιτών του τις προκαταλήψεις αιώνων. Διότι ενώ οι συμπολίτες του είχαν βιώσει φοβερά δεινά όπως η συντριβή της Αθηναϊκής Δημοκρατίας από τις μακεδονικές δυνάμεις, η επακόλουθη στυγνή δικτατορία του Δημήτριου Φαληρέα, η παράλογη θεοποίηση του Δημήτριου Πολιορκητή, η πολιορκία της πόλης από τον Κάσσανδρο, ή τέλος η ελεεινή δικτατορία του Λαχάρη, εγκάθετου του Κάσσανδρου, εντούτοις συνέχιζαν να πιστεύουν στην απόλυτη έννοια της δικαιοσύνης και να τη λατρεύουν ως θεά, σίγουροι ότι κάποια μέρα θα ανταποκρινόταν στις επικλήσεις τους και θα δικαίωνε τους πόθους τους.
Ο Επίκουρος λοιπόν, όπως αποδεικνύεται από τις πολυάριθμες περί δικαιοσύνης Κύριες Δόξες, καταβάλει ιδιαίτερα προσπάθειες για να λυτρώσει τους μαθητές του από την «πίστη» την ανύπαρκτη υπερβατική δικαιοσύνη. Για τον Δάσκαλο του Κήπου δικαιοσύνη είναι, όπως είπαμε, η συμφωνία μεταξύ των ανθρώπων να μη βλάπτουν και να μη βλάπτονται, συμφωνία σχετική ως προς τον τόπο και τη διάρκειά της. Και τον κανόνα αυτό δεν τον εγκαταλείπει ούτε και σε περίπλοκες καταστάσεις, όπως αυτή που περιγράφει στην Τριακοστή Έβδομη Κύρια Δόξα, όπου φτάνει στο σημείο να αποδεχθεί ως δίκαιο ακόμη κι έναν άδικο νόμο, φτιαγμένο για πονηρό σκοπό από δόλιο νομοθέτη, για όσο διάστημα ο συγκεκριμένος νόμος συμβαδίζει με την αρχή της συμφωνίας αβλάβειας μεταξύ των ανθρώπων.
Διότι οι ιστορικές εξελίξεις παίζουν συχνά τα παιχνίδια τους και μπορεί να συμβεί ακόμη και αυτό. Δεν έχει σημασία ποιος εισηγήθηκε και ποιος ψήφισε έναν νόμο. Εάν συμβεί για κάποιο διάστημα ο νόμος αυτός να εξυπηρετεί τη συμφωνία μεταξύ των ανθρώπων για να μη βλάπτουν και να μη βλάπτονται ο ένας από τον άλλον, για το διάστημα αυτό ο νόμος είναι καλός και δεν τον απορρίπτουμε εξαιτίας της καταγωγής του.
(συνεχίζεται- διαβάστε εδώ τα προηγούμενα άρθρα)
Ο Μάριος Βερέττας είναι συγγραφέας και εκδότης. Περισσότερα στο www.verettasbooks.gr. Επίσης, είναι αρχισυντάκτη του φιλοσοφικού περιοδικού
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείουΜοιραστείτε το στο Facebook