Άγνωστοι γνωστοί και άγνωστοι παντελώς τρέχουν να προστατευτούν από την βροχή. Και εσύ μένεις εκεί. Στο παγκάκι που ήσουν και πριν. Χαμογελάς που βρέχεσαι. Ξέρεις πόσο λυτρωτική είναι η βροχή και τα νερό. Ξέρεις πόσο όμορφο είναι το παιχνίδισμα με τις ψιχάλες. Όλοι φεύγουν. Όχι μην φύγεις. όχι εσύ. όχι δεν θα αντέξω να καταλάβω ότι κ εσύ φοβάσαι την βροχή. Ποιος ο λόγος; Δεν νιώθεις ότι ξεπλένονται από πάνω σου όλες οι αμαρτίες, όλος ο πόνος, όλη η οδύνη και κάθε ίχνος φόβου και δειλίας. Νιώθεις ξαναγεννημένος και πανέτοιμος για να ανέβεις την όποια ανηφορική οδό σου παρουσιαστεί. Και επιπλέον μια τόσο γλυκιά ηρεμία σε κυριεύει.
Μια μικρή νεράιδα έδιωξε τα πάντα με το ραβδί της και επιπλέον σου έδωσε την απαιτούμενη αστερόσκονη για να πετάς. «Θα την χρειαστείς» σου είπε και εσύ σιωπηλά την δέχτηκες. Ξέρεις ότι πλέον εξαγνισμένος και «καθαρός», ανάλαφρος και αέρινος θα μπορείς να πετάξεις, θα μπορείς να μοιράζεις χαμόγελα και αισιοδοξία. Και κάθεσαι λοιπόν εκεί. Μέσα στην μέση της πλατείας στο παγκάκι σου σηκώνεις το κεφάλι και νιώθεις τις ψιχάλες να πέφτουν στο πρόσωπό σου. Κοιτάς πόσο όμορφη βρεγμένη και άδεια είναι η πλατεία, πως οι άνθρωποι φοβούνται να κάνουν οτιδήποτε θα τους χαλάσει μια εικόνα προγραμματισμένα και προμελετημένα στημένη. Αρχίζει να δυναμώνει η βροχή. Γελάς δυνατά. Κοιτάς εκείνον που έχεις απέναντί σου. Ξέρεις ακόμα και εκεί να μην ήταν θα τον ένιωθες τόσο κοντά σου. Γιατί ξέρεις ότι εκείνος ακόμα και την πιο μικρή σου ιδιοτροπία, την πιο μεγάλη σου τρέλα θα την αγκαλιάσει, θα την δεχτεί. Η βροχή πέφτει με μεγάλη δύναμη, αρχίζει πλέον και κοκκινίζει το δέρμα σου από την φόρα. Τα μαλλιά σου έχουν κολλήσει στο πρόσωπο. Η μάσκαρα έχει κυλήσει στα μάγουλα σου. Ο κύκλος σου ολοκληρώθηκε. Πιο ήρεμη πλέον σηκώνεσαι αργά και κατευθύνεσαι σε ένα «ασφαλές» μέρος. Ελαφροπάτητη(και προφανώς κουβαλώντας και «μεγάλη» τις παιδικές σου ιστορίες – για όσους κατάλαβαν το ελαφροπάτητη-) και φανερά ανακουφισμένη στέκεσαι στο ασφαλές μέρος.
Σε κοιτούν διερευνητικά οι γύρω σου. “Απόψε ξαναγεννήθηκα”, θέλεις να φωνάξεις. Να στριγκλίζεις την ευτυχία σου. Να μην κρυφτεί πλέον καμιά χαρά στα άδυτα της ψυχής σου, κάθε πόνος να τρομάξει κ να φύγει μακριά. Όπως μακριά τον πήρε η βροχή. Και πλέον ξέρεις. Θα βάλεις ένα ποτήρι κρασί και μουσική. Πολύ μουσική. Tom waits για απόψε. Όσο ακατέργαστη είναι η μουσική του τόσο ακατέργαστη και ασχημάτιστη πλέον είναι κ η ψυχή σου. Αναγεννημένη και έτοιμη να δεχτεί νέες εμπειρίες.
Μαρίνα-Μαρία Βασιλείουεπικοινωνείστε:https://www.facebook.com/marina.vasileiou1?fref=ts