Μία από τις λίγες απόλυτες αλήθειες στη ζωή είναι η εξής: υπάρχει η επιστημονικά αποδεδειγμένη πραγματικότητα και υπάρχει και η δοξασία, που δε βασίζεται σε τίποτα και όταν επιχειρεί να αντικρούσει την αποδεδειγμένη πραγματικότητα, υποπίπτει σε βλακεία.
Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα (που δε θα μας απασχολήσει εδώ προς το παρόν) είναι η παντός τύπου θρησκεία. Η οποία μας καλεί να πιστέψουμε εξωφρενικά, προφανώς αναληθή πράγματα χωρίς ίχνος απόδειξης ή λογικής.
Είναι, λοιπόν, επιστημονικά αποδεδειγμένη πραγματικότητα ότι όλοι οι άνθρωποι είναι βιολογικά ίδιοι μεταξύ τους. Το έχει αποδείξει περίτρανα η γενετική. Η οποία αποδεικνύει ότι το 85% της γενετικής ποικιλίας (των διαφορών, δηλαδή) ανάμεσα στους ανθρώπους συναντάται ανάμεσα σε “ομογενείς” πληθυσμούς, δηλαδή ανάμεσα σε ανθρώπους της εθνότητας ή “φυλής”. Για να το κάνω πιο λιανά, οι Σουηδοί ποικίλλουν μεταξύ τους κατά 85%. Αντίθετα, η γενετική ποικιλία ανάμεσα σε διαφορετικές “φυλές” (όπως κι αν τις ορίσει κανείς) βρίσκεται μόλις στο 6%. Με άλλα λόγια, οι Σουηδοί διαφέρουν από τους Ιάπωνες, π.χ., ή τους Κενυάτες μόλις κατά 6%. Οι δε γενετικές παραλλαγές που αφορούν το χρώμα του δέρματος, τα χαρακτηριστικά του προσώπου και τα λοιπά στοιχεία της εξωτερικής εμφάνισης, δεν είναι παρά ένα απειροελάχιστο ποσοστό στα δισεκατομμύρια νουκλεοτιδίων που απαρτίζουν το DNA των ανθρώπων.
Σε απλά ελληνικά, αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχουν “φυλές” διακριτές μεταξύ τους, κι ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ίδιοι. Κατά συνέπεια, ο ρατσισμός δεν έχει καμμία βάση στην πραγματικότητα. Αυτό λέει η επιστήμη, αυτό είναι ένα ψυχρό, αποδεδειγμένο γεγονός που κανείς δε μπορεί να αμφισβητήσει.
Ελα όμως που στον αντίποδα βρίσκεται η δοξασία, που εν προκειμένω είναι καθαρή βλακεία. Στον αντίποδα βρίσκονται αυτοί που λένε και πιστεύουν ότι οι μαύροι μυρίζουν, οι ολλανδοί είναι παιδεραστές, οι αλβανοί είναι κλέφτες, οι σχιστομάτηδες έχουν μικρό πέος, οι έλληνες είναι ανώτεροι, οι άγγλοι είναι αδελφές, οι αδελφές ανώμαλοι και άλλες χιλιάδες τέτοιες δοξασίες. Το να αναφέρεται κανείς γενικά και συλλήβδην σε οποιαδήποτε εθνική, κοινωνική, “φυλετική” κλπ ομάδα είναι από μόνο του ρατσιστική δήλωση και άποψη. Και όχι μόνο με αρνητική έννοια. Αν πεις, π.χ., ότι οι Κρητικοί είναι λεβέντες, άσχετα του πόσο επιδιώκεις να εξυμνήσεις τους κρητικούς, είναι μια ρατσιστική δήλωση που καταρχήν προσβάλλει την ομάδα που αφορά.
Εφόσον οι δηλώσεις/δοξασίες αυτές είναι ρατσιστικές, είναι αποδεδειγμένα εσφαλμένες και καλά θα κάνουν να ξεριζωθούν.
Ολοι, του υπογράφοντος μη εξαιρουμένου, έχουν εκφράσει τέτοιες απόψεις κατά καιρούς. Οι δε έλληνες (νάτο! να η ρατσιστική γενίκευση πάλι!) ανέκαθεν είχαν μια έφεση προς το ρατσισμό, εμφορούμενοι από σύμπλεγμα ανωτερότητας (το οποίο ακόμα κι ένας πρωτοετής της ψυχολογίας ξέρει πως είναι στην ουσία του σύμπλεγμα κατωτερότητας) που εκφράζεται από την πεποίθηση ότι οι έλληνες είναι παιδιά ανώτερου θεού, έχουν στο DNA τους την επιτυχία, ότι όλοι τους κυνηγάνε επειδή τους ζηλεύουν κι άλλα τέτοια ων ουκ έστιν αριθμός.
Θα σας παραπέμψω ξανά στην αρχική δήλωση: υπάρχει η επιστημονικά αποδεδειγμένη πραγματικότητα, και υπάρχει και ο ρατσισμός. Η πρώτη αναιρεί χωρίς καμμία αμφιβολία τον δεύτερο.
Συνεπώς, διαλέγουμε και παίρνουμε.
Το τι ακριβώς παίρνουμε, είναι εμφανές από τον κοινωνικό μας περίγυρο.