iporta.gr

Η νοοτροπία της ξιπασιάς, της Τζίνας Δαβιλά

 

Ο ξιπασμένος ή ο ξετσίπωτος είναι το ίδιο και το αυτό: η νοοτροπία – που ίσως αν το δούμε σοβαρά θα πρέπει να απαλλαγούμε γενικά από όποια μορφής νοοτροπία- η νοοτροπία του ξιπασμένου, λοιπόν, χαρακτηρίζεται από την αυθάδεια και το θράσος εκείνων που θεωρούν πως ο κόσμος τους ανήκει. Είναι το επίκεντρο όλων. Οι πάντες οφείλουν να προσαρμοστούν στην αφεντιά τους. Ο ξιπασμένος είναι ανήθικος, με την έννοια της ηθικής που διαθέτει ο έχων αυτοσεβασμό. Ξέρεις… δεν σου κάνω αυτό που δεν θέλω να μου κάνεις κατά έναν τρόπο. Ο ξιπασμένος μπορεί να είναι αμόρφωτος- αγράμματος, αλλά και μορφωμένος-παραμορφωμένος μεταφορικά. Ο πρώτος είναι κατεξοχήν κομπλεξικός, ο δεύτερος είναι ο αλαζόνας. Και οι δύο τους είναι εξίσου επικίνδυνοι. Και σιχαμένοι.

Ο ξιπασμένος είναι πουλημένο τομάρι. Δεν έχει αναστολές, όλα τα σφάζει, όλα τα μαχαιρώνει. Το χρήμα είναι, συνήθως, αυτοσκοπός για να κυριαρχήσει, για να επικρατήσει στους άλλους και να τονώσει την συμπλεγματική του φύση. Επιπλέον, βλέπει τους άλλους ως αντικείμενα, άλλα για να του δουλέψουν, άλλα για να του καλύψουν τις σεξουαλικές του ορμές, άλλα για να τονώσουν την συναισθηματική του ανεπάρκεια. Βέβαια, οι άνθρωποι που είναι κοντά του, αν κάνουν το λάθος να επενδύσουν συναισθηματικά, την έχουν πατήσει την μπανανόφλουδα, καθ΄ ότι ο ξετσίπωτος δεν έχει φιλότιμο και δεν μετρά τους ανθρώπους ως ψυχές, αλλά ως έπαθλα. Ο λόγος που χρησιμοποιεί τους πάντες, είναι και η ανασφάλειά του, και ο κακός του χαρακτήρας, και τα πρότυπα τα σαθρά που συνήθως ταυτίζονται με συγκεκριμένη μορφή κοινωνικών προτύπων, και η απότομη είσοδος ευκολιών στην ζωή του. Δηλαδή, ελλείψει δυσκολιών για να πετύχει τον στόχο του και αν αυτό συνοδεύεται από την απόκτηση μπόλικου χρήματος, γίνεται εύκολα άτομο αμφίβολης ηθικής, κακής νοοτροπίας, αδίστακτου χαρακτήρα.

Ο ξιπασμένος δεν έχει ζυμωθεί στην ζωή, καυχιέται χωρίς λόγο για τα κατορθώματα του, που συχνά έχουν να κάνουν με τις γκομενοδουλειές του και τα μέσα που του δίνουν την δυνατότητα να ξετσιπώνεται, είναι ψηλομύτης και φαντασμένος, προσβλητικός στους άλλους. Στερείται πνευματικής καλλιέργειας, φίλων, αυτοσεβασμού και αξιοπρέπειας. Εντούτοις, τα καταφέρνει μια χαρά απευθυνόμενος σε όλους τους βλάκες που επιλέγει να συναναστρέφεται, διότι πιο πάνω δεν μπορεί, του κάθεται κομματάκι βαρύ να τον αμφισβητήσουν. Χαρακτηριστικό δείγμα ξιπασμένων ήταν οι μνηστήρες στο παλάτι του Οδυσσέα, ο Αλκιβιάδης στην Αρχαία Αθήνα και όλοι οι νεόπλουτοι της νέας Ελλάδας. Αυτοί που έβγαλαν χρήματα εύκολα, αυτοί που πήραν αξιώματα και θέση κοινωνική ακόπιαστα, αυτοί που στρογγυλοκάθονται στον σβέρκο του οποιουδήποτε ανερυθρίαστα. Είναι όλοι οι στερημένοι καλλιεργημένης σκέψης και διαυγούς μυαλού. Οι στερημένοι της ίδιας της ζωής, με τις ομορφιές της, τα πάνω της και τα κάτω της.

Τους βλέπω να περπατούν δίπλα μου. Τους ντύνω με αυτά που τους ταιριάζουν. Πολύ ψηλό, πλουμιστό, φανταχτερό καπέλο, κομψά πανάκριβα ρούχα, κατακόκκινα τεράστια χασκογελώντας χείλη και άδειο βλέμμα, χωρίς καν κόρη… μόνο με τον βολβό. Άσπρο και αχανές. Και χωρίς αυτιά. Στο σώμα τους θα χάσκει μια τεράστια τρύπα διαμπερής για να μπαινοβγαίνει αέρας, που θα τους σηκώνει ψηλά για να καμαρώνουν και μετά θα τους πετά κάτω. Και ξανά το ίδιο, πάλι ψηλά, πάλι κάτω. Α, και ξυπόλυτους, αιώνια ξυπόλυτους. Και μια φράση να πλανιέται τραγουδιστά στην ατμόσφαιρα: «πού πας ξυπόλυτος στ’αγκάθια…».

Τζίνα Δαβιλά