Λίγες μέρες νωρίτερα, στις 20 Ιουλίου, γιορτάσθηκε ο αγαπημένος άγιος και προφήτης των βουνοκορφών. Το πανηγύρι του Προφήτη Ηλία. Τα προβλήματα που συνεχίζονται κανονικότατα στο ίντερνετ, δεν με άφησαν να επικοινωνήσω μαζί σας αρκετά έγκαιρα. Κάλλιο αργά παρά ποτέ, βέβαια. Ας είναι.
Στην Σύρο, ο προφήτης βρήκε τον τόπο του στο χωριό Επισκοπιό, στα ψηλώματα. Το Επισκοπιό πέρασε κι αυτό δόξες- όπως και τα Χρούσα- θέριεψαν μεγάλα εξοχικά στα δροσερά ισκιώματά του και οι εύποροι του παρελθόντος πέρασαν εκεί στη δροσιά τα ζεστά καλοκαίρια τους.
Πήγαμε την παραμονή να προσκυνήσουμε, να ακούσουμε τη λειτουργία και να πάρουμε το ψωμάκι. Λειτουργία δεν καταφέραμε να ακούσουμε, αν και είχαν βάλει και μεγάφωνα. Οι νεοέλληνες της φασαρίας κατάφεραν να μιλούν τόσο φωναχτά, που επισκίασαν τα μεγάφωνα. Την ίδια ώρα πουλούσαν λουκουμάδες εδώ, σουβλάκια παραπέρα. Κόσμος πολύς, τόσος που ανέβηκε κι ένας υπάλληλος της τροχαίας για να βάζει μια τάξη στα αυτοκίνητα που παρκάριζαν όπου εύρισκαν. Ο τροχαίος ενθουσιάστηκε τόσο πολύ με τα σουβλάκια και τους λουκουμάδες που τον κέρασαν, που ξέχασε για λίγο την κύρια δουλειά του. Κάποιος (δεν ξέρω αν ήταν ο σουβλατζής ή ο λουκουματζής) είχε την έμπνευση να τον κεράσει και κάτι άλλο ( μπύρες, ρακί, κρασί- θα σας γελάσω) στο οποίο έδειξε μεγάλη προτίμηση.
Νοιώθοντας τύψεις προφανώς, γύρισε να συνεχίσει το έργο του. Όμως, είχε δυσκολίες. Άρχισε να μην αντιλαμβάνεται ακριβώς τον χώρο, επιτρέποντας να παρκάρουν σε θέσεις που απαγόρευαν στους πίσω να κινηθούν, αν ήθελαν να φύγουν. Εμείς φύγαμε πριν από τον τροχαίο, ο οποίος επέβαινε σε μηχανή. Με κάποιο μαγικό τρόπο, κατάφερε να γυρίσει στο σπίτι του. Αυτό σας το υπογράφω, γιατί το νησί είναι μικρό και θα είχαμε μάθει όλοι ότι επισκέφθηκε το νοσοκομείο.
Αναμνήσεις από ένα παλιότερο πανηγύρι μ’ έκαναν να χαμογελάσω. Ήμουν καλεσμένη σ’ ενα χωριό από μια συμμαθήτριά μου. Ούτε τότε άκουγε ο περισσότερος κόσμος τη λειτουργία. Το μυαλό τους ήταν στο ψήσιμο των αρνιών που τα σούβλιζαν σαν να ήταν Πάσχα. Ο κόσμος συνέρρεε και από τα γύρω χωριά και ανέβαινε στην απότομη πλαγιά περπατώντας ή καβάλα σε γαϊδάρους, κουβαλώντας κι ένα σωρό πράγματα ( κεφτεδάκια, κρασί, σαλάτες). Ούτε λόγος για μαχαιροπήρουνα!
Αφού τελείωνε η λειτουργία, κάθονταν όλοι σε μεγάλες παρέες με τον ιερέα μαζί, έτρωγαν έπιναν και τραγουδούσαν. Ύστερα, ήταν η σειρά του χορού. Βιολιά, κλαρίνα, νταούλια και ζουρνάδες αντιλαλούσαν. Νέοι, νέες αλλά και γεροντότεροι, το έριχναν στα τσάμικα και τα καλαματιανά, μέχρι που βράδυαζε και δεν έβλεπαν τη μύτη τους ( ή λόγω σκότους, ή λόγω μέθης). Όπου τους έβρισκε η στιγμή, εκεί πλάγιαζαν και κοιμόντουσαν, κοντά στον άγιο.
Το πρωί άκουγαν με προσήλωση πλέον τη λειτουργία και έφευγαν ευχαριστημένοι για τα σπίτια τους.
Οι περισσότεροι από αυτούς τους ανθρώπους που ήταν ένα με τη γη που τη δούλευαν για να ζήσουν ήταν απλοί κι απέριττοι. Είχαν πίστη ακλόνητη στις βουλές του Πανάγαθου και η γιορτή του προφήτη ήταν ένας τρόπος να «ξεδώσουν» και να δουν τους συγγενείς και τους φίλους τους, να γίνει καμμιά γνωριμία που θα κατέληγε σε προξενιό, να αλλαχτούν οι πρώτες ματιές. Η επόμενη ήταν πάλι αφιερωμένη στη γη, όπως οι περισσότερες.
Κι όμως. Αυτοί οι άνθρωποι δεν βαρυγκομούσαν που όλα γίνονταν δύσκολα: από το πλύσιμο των ρούχων μέχρι τη βοσκή των ζωντανών, από το κουβάλημα του νερού μέχρι τη γέννα κάτω από ένα δέντρο. Χαίρονταν με κάθε αφορμή που είχαν μια ανάπαυλα.
επικοινωνείστε: bar_d@otenet.gr
Στην σκιά των αιώνων” είναι το τελευταίο βιβλίο της Δήμητρας Παπαναστασοπούλου και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις “Διόπτρα”.