iporta.gr

Χριστούγεννα… πάλι μία από τα ίδια!, του Δρ Θάνου Ασκητή

O Δρ. Θάνος Ε. Ασκητής είναι γιατρός Ψυχίατρος-Ψυχοθεραπευτής, διδάκτωρ Ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών και καθηγητής Ψυχιατρικής στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου (E.U.C) στον τομέα Κοινωνικής Ψυχιατρικής. 

 

Οδηγώντας το αυτοκίνητό μου, μέσα στην πολύπαθη Αθήνα, δεν θα μπορούσα φυσικά να μην δω το φωτισμό, τα πολύχρωμα φωτάκια και όλο το Χριστουγεννιάτικο σκηνικό που οι μέρες προκαλούν. Σταματημένος στην κίνηση οι συνειρμοί μου έτρεξαν στο παρελθόν και κυρίως στην παιδική μου ηλικία, πώς ήταν τότε οι Χριστουγεννιάτικες γιορτές και πώς είναι σήμερα. Και στις δύο πλευρές της σκέψης μου συνάντησα τον άνθρωπο, που μεγάλωσε, ωρίμασε και εξακολουθεί να σκέφτεται το νόημα αυτών των ημερών. Κάθε χρόνο η παγκόσμια μεγαλύτερη γιορτή της Χριστιανοσύνης ζει μέσα στο μυαλό μου, από το μικρό δεντράκι που έβλεπα να αναβοσβήνει το βράδυ που κοιμόμουν με τα φωτάκια να τρεμοπαίζουν στο σπίτι μας στη Χίο, μέχρι και σήμερα…

Διαφορετικές εποχές, διαφορετικοί άνθρωποι, μια διαφορετική Ελλάδα. Κι όμως όλοι μας, που για μια ακόμα φορά θα ζήσουμε τις ημέρες αυτές με ένταση, χαρά και προσδοκία (ανθρώπινη τροφή του αύριο και ματαιοδοξία του σήμερα), καθισμένοι εχθροί και φίλοι στο ίδιο γιορτινό τραπέζι, επώνυμοι και ανώνυμοι, με ένα σκοπό: να περάσουμε καλά, να ανταλλάξουμε ευχές (άσχετα αν δεν τις πιστεύουμε) και να επιδείξουμε την δήθεν ευτυχία μας και την επιτυχία μας, τόσο στο πιάτο που τρώμε, όσο και σε αυτούς που μας παρατηρούν ή αδιαφορούν για την ύπαρξη μας.

Το κόκκινο φανάρι πρασίνισε και αφηρημένος άκουσα την ανυπόμονη κόρνα του πίσω, που μάλλον ήθελε να μου δείξει ότι κοιμήθηκα με τις σκέψεις μου πάνω στο τιμόνι. Συνέχισα να οδηγώ σκεπτόμενος πόσο άλλαξε η ζωή μας τα τελευταία δέκα χρόνια, κυρίως, με την κρίση που πάντα αναρωτιέμαι αν είναι οικονομική ή κοινωνική. Ο προβληματισμός μου είναι αν το πορτοφόλι μου φτώχυνε ή το μυαλό μου. Αν τα χρήματά μας έγιναν λιγότερα ή τα συναισθήματά μας χάθηκαν και οι ανθρώπινες σχέσεις έμειναν χαρούμενες μέσα στο άλμπουμ των φωτογραφιών, που μάλιστα και αυτό σιγά σιγά εξαφανίζεται, αφού οι ψηφιακές φωτογραφίες βγαίνουν για να μείνουν στο κινητό μας και όχι για να τυπωθούν όπως παλιά και να μπουν μέσα σ’ ένα νοσταλγικό ανθολόγιο. Φτάνοντας στο σπίτι μου, είχα μια αίσθηση γλυκιάς μελαγχολίας, θυμούμενος τα παιδικά μου χρόνια, τους κουραμπιέδες και τα μελομακάρονα, το καραβάκι που έβγαινε φωτισμένο παραμονή Χριστουγέννων για τα κάλαντα και τις λίγες δεκάρες που δίναμε στους τροβαδούρους της εποχής, που ήταν όχι μόνο τα μικρά παιδιά, αλλά και οι μεγάλοι. Πολλές φορές δεν υπήρχαν ούτε αυτές οι δεκάρες για να τις δώσουμε και τους φιλεύαμε μελομακάρονα και κουραμπιέδες μαζί με το «χρόνια πολλά» που έπεφτε στην πόρτα μας. Καθισμένος στην πολυθρόνα μου, ταξίδεψα στην ανθρώπινη αδυναμία μου και στο πώς τα χρόνια κυλούν, αισθανόμενος την συμπίεση που ο χρόνος μου δίνει, το ταξίδι της ζωής που προχωράει με τα θετικά και τα αρνητικά μηνύματα, αλλά και όλα αυτά που έχω εισπράξει από τη δουλειά μου, βλέποντας ανθρώπους που έχουν τη δύναμη να μιλήσουν για τα προβλήματά τους και τη δική μου προσπάθεια να δώσω λύσεις ή θεραπείες, όσο η Ιατρική μου ιδιότητα και η ανθρώπινη οντότητα, μου το επιτρέπουν.

Πάντα σκέπτομαι τον άνθρωπο, δηλαδή και τον εαυτό μου, αλλά εστιάζω, ίσως επειδή μεγαλώνω, κυρίως στους νέους ανθρώπους, σε αυτούς που η σημερινή πραγματικότητα τους δοκιμάζει περισσότερο, τους γεμίζει με περισσότερο φόβο, αγωνία, αλλά και μόνωση των συναισθημάτων, των αξιών και των διεκδικήσεων, που δυστυχώς η πατρίδα μας δεν τα πήγε και πολύ καλά κορυφώνοντας την απελπισία και την ανασφάλεια στα χρόνια της κρίσης. Κρατώντας ένα ζεστό χαμομήλι στο χέρι μου (όσο μεγαλώνω πιστεύω ότι θα πίνω περισσότερα χαμομήλια) η γιορτή των Χριστουγέννων χοροπηδάει μέσα στο μυαλό μου, σαν μια παράσταση που οι άνθρωποι αντικαθίστανται από ρομπότ, από ψηφιακά συστήματα υψηλής τεχνολογίας που η συμπεριφορά τους, high tech και καλά προγραμματισμένη, πληροί όλες τις προϋποθέσεις των απαιτούμενων προδιαγραφών, για να «χαρούν» τα Χριστούγεννα. Νιώθω ότι τα συναισθήματα δεν φτιάχτηκαν με τα αντίστοιχα ψηφιακά κυκλώματα και μερικά από αυτά τα ρομπότ χαλούν την παραμονή των Χριστουγέννων για να πεταχτούν στα σκουπίδια ανήμερα. Κι αν κατά λάθος κάποια απ’ αυτά ξεφύγουν από τις προδιαγραφές τους και δείξουν συναισθηματική συμμετοχή, τα απομονώνουν και τα πακετάρουν για να μην μολύνουν ή αφυπνίσουν τα άλλα ρομπότ…

Τώρα θα μου πείτε, γιατί σας τα γράφω αυτά. Για να είμαι ειλικρινής ήθελα απλώς να φανερώσω τις σκέψεις μου, πίνοντας γουλιά γουλιά το χαμομήλι μου, βλέποντας τα Χριστούγεννα να πλησιάζουν και τις «καλέστρες» να αυξάνουν. Και είπα, σ’ αυτές τις «καλέστρες» θα είμαστε ανθρώπινοι; Θα μιλήσουμε; Θα βρεθούμε σε σπίτια φίλων και συγγενών ή θα πάμε στα απρόσωπα κέντρα, τα φαντασμαγορικά, που θα καθίσουμε όλοι μαζί και χώρια με τη μουσική να επιβάλλεται αυταρχικά και σαδιστικά στ’ αυτιά μας; Ή ακόμη καθισμένοι σε ομάδες μήπως ο καθένας από μας βγάλει το κινητό του και αρχίζει και βλέπει μέσα σ’ αυτό τον ψηφιακό εαυτό του; Μάλιστα αρκετοί είμαστε εμείς που έχουμε δύο κινητά (το επιβάλει η επιτυχία και η πολυδραστηριότητα), για να δούμε τελικά τι γίνεται στον κόσμο, αγνοώντας φυσικά το μικρόκοσμό μας και την αυλή της ζωής που μας γέννησε και μας μεγαλώνει μέχρι το τέλος.

Απαισιόδοξες σκέψεις, θα πείτε σχεδόν όλοι σας. Δεν θα διαφωνήσετε, όμως, ότι για μια ακόμη φορά τα Χριστούγεννα δείχνουν την ανθρώπινη γύμνια μας, ίσως όμως να δίνουν και μια ευκαιρία να αναζητήσουμε πιο μέσα στη μικρή μας ύπαρξη, την παροδικότητα της ζωής και το νόημα, που είναι το πιο απλό πράγμα για τον καθέναν από μας: να μην είμαι μόνος, να μη γεμίζω laptop, κινητά τηλέφωνα και τηλεοράσεις τον εαυτό μου και να φροντίζω να είμαι με κάποιον που θα ασχοληθεί μαζί μου, που θα με ακούσει και θα με κάνει να υπάρξω αληθινός, αδύναμος, αλλά και σημαντικός, χωρίς γκρίνια, χρεώσεις και απαιτήσεις της ατέλειωτης προσπάθειας να ζήσω καλύτερα. Όταν ήμουν μικρός κοίταγα τη μάνα μου που έφτιαχνε τα μελομακάρονα μέσα στην κουζίνα και τη ρώτησα πότε θα είναι έτοιμα, για να φάω ένα. Μου απάντησε ότι «θα φας όταν θα γλυκάνουν από το μέλι». Τελειώνοντας το χαμομήλι μου σκέφτηκα, ποιο είναι το μέλι της ζωής; Και τότε απλά μου ήρθε μια εικόνα στο μυαλό: να ακούω τους ανθρώπους να μιλούν, να γελούν, ακόμη και να διαφωνούν, όχι όμως να σιωπούν, να απομακρύνονται, να φοβούνται να πουν τη γνώμη τους, να βυθίζονται μέσα στην οθόνη του υπολογιστή τους, να κρύβονται με τα φωτεινά λαμπιόνια γύρω τους μέσα στο κινητό τους, προσπαθώντας να αποφύγουν την κατάθλιψη και τη μοναξιά τους…

Μια ακόμη φορά βλέπω τα Χριστούγεννα μπροστά μου. Αυτό με ικανοποιεί και μου δίνει την ελπίδα ότι ζω και υπάρχω. Θα ‘θελα, όμως, να δω περισσότερο την ανθρώπινη εικόνα μας και κυρίως αυτούς που είναι δίπλα μου, ζουν μαζί μου και μοιράζονται τις σκέψεις και τις αγωνίες μου για τόσα πολλά Χριστούγεννα, που η ζωή μας επιτρέπει να συνεχίσουμε να τα ζούμε… Σας αφήνω γιατί πάω για ύπνο… Καλά Χριστούγεννα!