iporta.gr

Χαλβάς σιμιγδαλένιος, του Δημήτρη Κατσούλα

Πάντα ξυπνούσε νωρίς, από τα χαράματα . Μια φαμελιά ολόκληρη έπρεπε να κουμαντάρει . Δώδεκα μήνες ασταμάτητα εργαζόταν, αλλά μόλις πλησίαζαν γιορτές Χριστουγέννων είχε το δικαίωμα κι αυτή σαν άνθρωπος να χαλαρώσει . Ήταν εκ φύσεως άτομο ανήσυχο και δημιουργικό . Στα κενά των ωρών της – που ήσαν ελάχιστα – πότε έκανε παρέα στη διπλανή γειτόνισσα που ήταν κατάκοιτη, πότε έτρεχε στο νοσοκομείο για εμψυχώσει τον άνδρα μιας φίλης  της, πότε στο φαρμακείο για τα φάρμακα του αδελφού της . Μια ζωή στην τσίτα .

Σήμερα όμως ξύπνησε πιο πρωί από ότι το καθιερωμένο . Άναψε το γκάζι, ξεκρέμασε το μεγάλο της τηγάνι σιγά – σιγά να μη μας ξυπνήσει κι άρχισε να καβουρδίζει το σιμιγδάλι με την ξύλινη κουτάλα αργά – αργά μέχρι να πάρει το χρώμα του χρυσού, εκείνου του καθαρού κίτρινου . Αποβραδίς είχε ετοιμάσει τα καρύδια . Ψιλοκομμένα ένα –ένα στο χέρι . Στη μεγάλη κατσαρόλα βράζει το σιρόπι με ολόκληρα ξύλα κανέλας μαζί με τις πορτοκαλόφλουδες . Η πόρτα ορθάνοιχτη .Πάντα έμενε ανοιχτή από τη μέρα που παντρεύτηκε, και ούτε μυστικά για φαγητά και γλυκά δεν κράτησε για τον εαυτό της . Το σιρόπι είναι έτοιμο . Η πιατέλα με την κόκκινη ανάγλυφη μπορντούρα αρχίζει να χτίζεται πολύ προσεκτικά . Στρώνει τραπέζι με το καλό της τραπεζομάντηλο και πάνω του αραδιάζει τα γυάλινα πιατάκια ίδια στο χρώμα κι αυτά με την πιατέλα και δίπλα τους τα κουταλάκια τα ασημοστόλιστα . Μας περιμένει . Μοσχοβόλησε η γειτονιά από την κανέλα και την ψίχα του καρυδιού τριμμένη πάντα στο μέτριο . Το πήραν χαμπάρι οι άγγελοι και γλυκάθηκαν . Φτερούγισαν πάνω από το τραπέζι αλλά για να μη το χαλάσουν έφυγαν απαλά προς τον ουρανό .

Η μάνα έξι μήνες τώρα φτιάχνει χαλβά στον παράδεισο, ξυπνώντας αχάραγα για να μην ενοχλήσει κανέναν και να μοιράσει τα κεράσματά της στις στρατιές που θα κατέβουν από τους ουρανούς στον τόπο των δικών της ανθρώπων .

Στη μαμά Rizziera

Δημήτρης Κατσούλας

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.  

The article expresses the views of the author

iPorta.gr