iporta.gr

Το μετάνιωσα που δεν ρώτησα το όνομά της…, του Δημήτρη Κατσούλα

 

Δημήτρης Κατσούλας

Δευτέρα την πρωτοείδα. Στο κάγκελο του μπαλκονιού γερμένος εγώ, εκείνη στο δρόμο αποκάτω. Με το πρώτο τσιγάρο της ημέρας εγώ, εκείνη με ένα ολόγιομο ποτήρι νερό στο χέρι έτρεχε βιαστική. Μες στα χαράματα, αστεία μου φάνηκε και γέλασα. Πού το πήγαινε το νερό; Γιατί κρατούσε το ποτήρι με ευλάβεια και έτρεμε να μη της χυθεί;

Τρίτη. Επανάληψη του σκηνικού της Δευτέρας. Ξανά ακουμπισμένος στο κάγκελο εγώ χαράματα να καπνίζω και να ποτίζω ταυτόχρονα τον βασιλικό, εκείνη με το ποτήρι στο χέρι κάτω στο δρόμο να τρέχει σαν τρελή. Αναστατωμένη αυτή τη φορά.

Τετάρτη, και στο μπαλκόνι εγώ. Ξανά κάτω στο δρόμο αυτή. Εγώ τάιζα τις δυο καρδερίνες στο κλουβί, εκείνη το ποτήρι στο χέρι κρατούσε λες και μετέφερε τη θεία κοινωνία προς το εκκλησίασμα. Ακόμα πιο ανήσυχη από χθες είναι σήμερα,  σαλεμένη θα ‘λεγα.

Πέμπτη, και στο μπαλκόνι εγώ την ίδια ώρα με μια κούπα καφέ και στο δεύτερο τσιγάρο φτασμένος. Εκείνη στο δρόμο αποκάτω ξανά με το ποτήρι ξέχειλο στα χέρια, αλλά αυτή τη φορά ούτε με ένα τσιμπιδάκι να συγκρατεί τα μακριά της μαλλιά τα αξεμπέρδευτα. Πολύ ανήσυχη μου φάνηκε.

Παρασκευή. Μπαλκόνι, κάγκελο, δρόμος, ανησυχία, ταραχή, σάλεμα, καφές, νερό.

Σάββατο, κατέβηκα στο δρόμο και της έστησα καρτέρι. Ξανά εμφανίζεται με το ποτήρι στο χέρι λαχανιασμένη.

«Άφησέ με, βιάζομαι. Δεν πήρες χαμπάρι ότι το δάσος καίγεται;», μου είπε.

«Εντάξει…», πρόλαβα να ψελλίσω ξεροκαταπίνοντας. Με ποια ψυχή τώρα θα μπορούσα να της πω ότι το δάσος που έτρεχε αλαφιασμένη να σβήσει είχε γίνει κιόλας στάχτη;

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.  

The article expresses the views of the author

iPorta.gr