iporta.gr

Τι συνέβη στο Ναβαρίνο (γ’ μέρος), της Δήμητρας Παπαναστασοπούλου

Δήμητρα Παπαναστασοπούλου

27294531_2108761429164511_1219004466_n.jpg

Φίλες και φίλοι,

Η σύγκρουση υπήρξε απρογραμμάτιστη και απροσδόκητη.  Ασχέτως με τις επιπτώσεις της στην ελληνική υπόθεση, υπαγορεύθηκε μόνον από τα συμφέροντα των τριών Δυνάμεων που εκείνη τη στιγμή ήταν ταυτόσημα, αν και για διαφορετικούς λόγους.

Η ναυμαχία ήταν φυσικό επακόλουθο της ακαμψίας της Πύλης, για την οποία αποτελούσε ζήτημα αρχής να υποχωρεί, να συμβιβάζεται ή να υποκύπτει μόνον με την άσκηση βίας( αυτό της υπαγορεύουν ως σήμερα οι «ιεροί νόμοι»). Αν είχε υποχωρήσει ο σουλτάνος, οι επαναστατημένες περιοχές του ελληνικού χώρου θα αποκτούσαν απλή αυτονομία με έναν ηγεμόνα υποτελή στην Πύλη. Αυτό ζητούσε, άλλωστε, η ελληνική πλευρά, υιοθετώντας το σχέδιο του Canning από το 1825.

Λιποψύχησε τότε η ελληνική ηγεσία λόγω των σαρωτικών επιτυχιών των αιγυπτιακών στρατευμάτων, έχασε την πίστη της στον υπέρ πάντων Αγώνα της. Υπήρξε μια τεράστια διάσταση ανάμεσα στη βούληση της ηγεσίας και στη βούληση του απλού κόσμου. Και η αποδοχή του αγγλικού σχεδίου για υποτέλεια έγινε ερήμην του λαού. Η συνεχιζόμενη αντίσταση ως το 1827- για δύο περίπου χρόνια- δείχνει ακριβώς αυτή τη διάσταση.

Γράφει ο Γάλλος εθελοντής Fr, Schack στο χρονικό του:

«Ευτυχώς που η απάντηση του Μαχμούτ Β΄και των υπεροπτικών υπουργών του ήταν αρνητική. Γιατί η μάζα του ελληνικού λαού θα απέρριπτε κάθε συμβιβασμό. Ποτέ το σύνθημα « θνήσκειν περί πατρίδος» δεν ήταν τόσο βαθιά ριζωμένο στις ψυχές. Η επανάσταση είχε πολύ προχωρήσει, έλεγαν οι Έλληνες, κι είναι αδύνατο να σταματήσει, έτσι που βρίσκεται σε καλό δρόμο. Θέλουμε πλήρη ελευθερία για την πατρίδα μας ή να θαφτούμε κάτω από τα ερείπιά της…Τιμώντας το εθνικό ήθος των Ελλήνων ότι η πρόταση στον σουλτάνο για υποταγή με όρους δεν επιδοκιμάστηκε ποτέ από τη μάζα του λαού. Αυτό το ολέθριο σχέδιο οφείλεται σε μια μικρή μειοψηφία προεστών και υπαγορεύθηκε από μια Δύναμη (Αγγλία) που θέλησε να εκμεταλλευτεί την υπόθεση των Ελλήνων για το δικό της συμφέρον. Ανάμεσα στην μικρή ομάδα όπου τα πλούτη, η φιλοδοξία και η φιλαρχία παραμέρισαν τη φιλοπατρία, διακρίνει κανείς με θλίψη άτομα που από καιρό είχαν την πρόθεση να οσποδαροποιήσουν την πατρίδα τους».

Η άποψη του Άγγλου εθελοντή Thomas Gordon ότι «η νικημένη Ελλάδα, κατά το τετράμηνο που μεσολάβησε από την συνθηκολόγηση της αθηναϊκής φρουράς ως τη ναυμαχία του Ναυαρίνου, σφάδαζε σε επιθανάτια αγωνία», αποτελεί απόπειρα να αποδοθεί η ελληνική ανεξαρτησία στην επέμβαση των Δυνάμεων και να εξωραϊστούν οι πολιτικές επιδιώξεις τους.

Γιατί, ακόμη κι αν νικούσε ο Ιμπραήμ, θα μιλούσαμε για μια «πύρρειο νίκη»- παρά τον εσωτερικό αλληλοσπαραγμό- και δεν θα υπήρχε γενική υποταγή.

Οι συμμαχικές δυνάμεις κατέστρεψαν τις τουρκοαιγυπτιακές, όχι για να σωθεί η Επανάσταση και να αποτραπεί η υποταγή ή η εξόντωση των Ελλήνων, αλλά για να εξυπηρετηθούν οι κοινές τους επιδιώξεις και τα χωριστά τους συμφέροντα. Αυτό φαίνεται καθαρά από τα δύο σχέδια της τριμερούς Συνθήκης και το τελικό της κείμενο, που συντάχθηκαν μετά τη ναυμαχία:

«Οι σύμμαχες Δυνάμεις, πιεζόμενες από πολύν καιρόν από την ανάγκην να επιβάλουν τον τερματισμό του πολέμου που ξέσπασε στην Ανατολή και τόσα δεινά προκαλεί στα συμφέροντά τους, έκριναν ότι..»

Το τελικό κείμενο της Συνθήκης υπογραμμίζει ότι ο πόλεμος, εξαιτίας της αναρχίας και αταξίας που επικρατεί «στις ελληνικές επαρχίες και το Αιγαίον», δημιουργεί «καθημερινά νέα εμπόδια στο εμπόριο των ευρωπαϊκών κρατών και δίνει αφορμή για πειρατείες, που όχι μόνον εκθέτουν τους υπηκόους σε σημαντικές ζημίες, αλλά και επιβάλλουν μέτρα δαπανηρά για επαγρύπνιση και καταστολή» (Απ. Δασκαλάκης, Κείμενα-πηγαί της Ιστορίας της Ελληνικής Επαναστάσεως, Αθήναι 1967).

Η ναυμαχία του Ναυαρίνου υπήρξε ένα τυχαίο γεγονός, συνέπεια- όπως αναφέρθηκε στις προηγούμενες αναρτήσεις- της ασάφειας της Συνθήκης του Λονδίνου. Το ριζοσπαστικό μέτρο ευκολίας, αλλά και σίγουρης εφαρμογής των διαταγών των ναυάρχων στο πλαίσιο της πειθαρχίας, που χαρακτηρίζει πάντα τους στρατιωτικούς ( η κίνησή τους για αποκλεισμό του στόλου του Ιμπραήμ) πρόσφερε και στους τρεις μια αναπάντεχη αίγλη και στις κυβερνήσεις τους ένα ανεπιθύμητο φωτοστέφανο. Οι πρωταγωνιστές ηρωοποιήθηκαν από τους Έλληνες και οι τρεις Δυνάμεις χαρακτηρίστηκαν αμέσως Προστάτιδες και Ευεργέτιδες.

Στην πραγματικότητα δεν σημειώθηκε καμία ουσιαστική μεταβολή στο ελληνικό θέμα. Οι Δυνάμεις διατήρησαν την φιλοτουρκική τους στάση. Κοινός τους στόχος ήταν η ακεραιότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και η αποφυγή ενός Ρωσοτουρκικού πολέμου. Και αυτό επετεύχθη, αφού ναυάγησε το σχέδιο του Μωχάμετ Άλι για μόνιμη εγκατάσταση στην ελληνική χερσόνησο.

Οι λαοί πανηγύριζαν και οι κυβερνώντες της Ευρώπης αντιδρούσαν ανάλογα με τα συμφέροντά τους. Οι Άγγλοι μίλησαν για «ατυχές συμβάν» (untoward event), οι Αυστριακοί μίλησαν με οδυνηρή έκπληξη και αγανάκτηση για «τρομακτική καταστροφή», οι Γάλλοι πήραν την «εκδίκησή» τους μετά τις ταπεινώσεις της Ναπολεόντειας Αυτοκρατορίας τους, επειδή το ναυτικό τους σημείωσε την πρώτη του νίκη μετά το 1815, και οι Ρώσοι ήταν χαρούμενοι, καθώς η νίκη εξυπηρετούσε τα σχέδιά τους για ένοπλο διακανονισμό με την Τουρκία.

Για τις αντιδράσεις των Τούρκων μας ενημερώνει ο Γάλλος πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη Guilleminot στην έκθεσή του: «Κρίση σφοδρή ξέσπασε στο σεράϊ.Απελπισία, φόβος, έκπληξη, οργή, τα πιο αντιφατικάσυναισθήματα κυριαρχούσαν. Ο σουλτάνος άγρυπνος μέρες ολόκληρες , Η αναστάτωσή του υπήρξε τρομακτική. Ρινικές αιμορραγίες τον ανακούφισαν, αλλά όλοι έτρεμαν μήπως αρρωστήσει. Διέκοπτε την σιωπή του για να απειλήσει την εξόντωση όλων των Ελλήνων, και μαζί μ’ αυτούς όλων των Φράγκων. Κάλεσε τον αρχιαστρολόγο του. Εκείνος μίλησε για αίματα, σεισμούς και λιμό. Οι Έλληνες του Γαλατά και του Πέραν βγήκαν στους δρόμους και πανηγύριζαν την καταστροφή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας»

Και οι τρεις Δυνάμεις, αμέσως μετά τον τερματισμό της Ναυμαχίας φρόντισαν να στείλουν τους πρεσβευτές τους στην Πύλη και να εκφράσουν τη λύπη τους για όσα είχαν συμβεί, χαρακτηρίζοντας τον καταποντισμό του οθωμανικού στόλου ως «αξιοθρήνητο λάθος»…