iporta.gr

Τι συνέβη στο Ναβαρίνο (α’ μέρος), της Δήμητρας Παπαναστασοπούλου

Δήμητρα Παπαναστασοπούλου

Φίλες και φίλοι,

Η Αγγλο-Γαλλο-Ρωσική Συνθήκη της 6ης Ιουλίου 1827 προέβλεπε «ένοπλη μεσολάβηση» των τριών Δυνάμεων στο ελληνικό πρόβλημα για την κατάπαυση των εχθροπραξιών και την επιβολή ανακωχής μεταξύ των αντιμαχομένων, και κοινοποιήθηκε στην Κωνσταντινούπολη ενάμιση μήνα αργότερα(16 Αυγούστου).

Στο βιβλίο των Edouard Driault-Michel Lheritier, Histoire diplomatique de la Grece de 1821 a nos jours, Paris 1926, αναφέρονται τα παρακάτω.

Οι τρεις πρεσβευτές (Stratford Canning της Αγγλίας, Guilleminot της Γαλλίας και Ribeaupierre της Ρωσίας) επέδωσαν στον Τούρκο Υπουργό Εξωτερικών Περτέβ Εφέντη σχετική διακοίνωση, τονίζοντας ότι επιθυμούν την διατήρηση των φιλικών τους σχέσεων με την Υψηλή Πύλη και ότι θα περιμένουν ως το τέλος του μήνα. Ο Περτέβ τους αντιμετώπισε με αδιαφορία και σιωπή και ενημέρωσε τον σουλτάνο. Εκείνος τον φώναξε στις 27 Αυγούστου και του έδωσε την παρακάτω εντολή: «Να τους πεις, κάνετε ό,τι θέλετε.Αλλά μη νομίζετε ότι η συμμαχία σας θα έχει αποτέλεσμα.Θα προκαλέσει την εξολόθρευση των Ελλήνων. Θα σφάξουμε όλους τους Έλληνες που ζουν στην απέραντη χώρα μας. Κι όταν αρχίσει να τρέχει το αίμα, τόσο το χειρότερο αν χυθεί και το αίμα των Αρμενίων, των άλλων ραγιάδων μας, ακόμα και των Φράγκων».

Ο Περτέβ Εφέντης δεν βιάστηκε και οι πρεσβευτές έστειλαν τους δραγουμάνους τους(Chabert της Αγγλίας, Degranges της Γαλλίας και Franchini της Ρωσίας) στον Υπουργό την 30ή Αυγούστου, αξιώνοντας μια απάντηση.

   «Δεν καταλαβάινω τίποτε! Τι σημαίνει μέτρα για τερματισμό των εχθροπραξιών και την ίδια στιγμή φιλία με την Πύλη; Η νότα σας είναι σκοτεινή, αντιφατική. Χάνω το μυαλό μου! Πώς θα σταματήσει ο πόλεμος χωρίς να διαταραχθούν οι σχέσεις μας; Ανακατεύονται ποτέ η έχθρα με την φιλία; Γίνεται να βρεθούν αντάμα το νερό με τη φωτιά; Να μου εξηγήσετε τι σημαίνουν όλα αυτά» ήταν η απάντηση, μαζί με την άρνηση να παραλάβει τη διακοίνωση που είχαν φέρει οι δραγουμάνοι. Εκείνοι επέλεξαν ν’ αφήσουν τα έγγραφα πάνω στο σοφά του υπουργικού γραφείου και ν’ αποχωρήσουν, ενώ ο Υπουργός ωριόταν: «Σας είπα, κύριοι, δεν τη δέχομαι. Πάρτε αυτό το χαρτί. Δεν μπορείτε να το αφήσετε χωρίς τη θέλησή μου. Αυτά είναι παιδαριωδίες!»

Οι δραγουμάνοι έφυγαν και επέστρεψαν την επομένη για να πάρουν την τελική απάντηση:

«Η απάντησή μου, κατηγορηματική, οριστική, αμετάβλητη, αιώνια, είναι ότι η Υψηλή Πύλη δεν δέχεται καμιά πρόταση σχετικά με τους Έλληνες. Και θα επιμείνει σ’ αυτό για πάντα, ως την Δευτέρα Παρουσία! Η επανάσταση των Ελλήνων είναι εσωτερική υπόθεση… Με κουράζετε και κουράζεστε χωρίς λόγο».

Τέσσερις ημέρες αργότερα ο Γάλλος δραγουμάνος Desgranges έκανε άλλη μια προσπάθεια. Είπε στον Περτέβ ότι οι Δυνάμεις αποφάσισαν να διακόψουν τις εχθροπραξίες στην Ελλάδα. Οι ναύαρχοι διατάχθηκαν να δράσουν, κι όλα αυτά γίνονται για το καλό της Τουρκίας, για να προληφθεί ένας Ρωσοτουρκικός πόλεμος. Τριακόσιες χιλιάδες Ρώσοι είναι έτοιμοι να εισβάλουν στις Ηγεμονίες. Απάντηση δεν έλαβε, όπως και σε μια ακόμη τελευταία επίσκεψη. Οι Τούρκοι ήταν αδιάλλακτοι και οι τρεις Δυνάμεις προχώρησαν στην εφαρμογή της Συνθήκης του Λονδίνου, δηλαδή, στην αποκατάσταση των σχέσεων με την Ελλάδα, την αποστολή προξενικών πρακτόρων και στην εντολή στους τρεις ναυάρχους να επιβάλουν ανακωχή. Σε καμία περίπτωση δεν έπρεπε να καταλήξουν σε σύγκρουση με την Τουρκία.

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι παρατηρήσεις του τότε Γάλλου προξένου στη Μάλτα Miege που γνώριζε άριστα όλο το διπλωματικό παρασκήνιο:

«Η συνθήκη της 6ης Ιουλίου 1827 είχε ένα και μόνο σκοπό: να εμποδίσει τους Ρώσους να περάσουν τον Προύθο. Οι κυβερνήσεις του Λονδίνου και του Παρισιού δεν διανοήθηκαν ποτέ την προσφυγή στα όπλα για τον καταναγκασμό της Πύλης να δεχτεί τους όρους που υποκρίνονταν ότι ήθελαν να επιβάλουν. Το Διβάνι γνώριζε τις πραγματικές διαθέσεις των δύο Δυνάμεων και έδειξε αδιαλλαξία».

«Σ’ αυτό, βέβαια, έπαιξαν ρόλο και οι παρεμβάσεις των Αυστριακών. Δεν έπρεπε να πέσει ούτε μια κανονιά. Το μόνο που επιθυμούσαν οι Αγγλογάλλοι ήταν να αφαιρέσουν από τη Ρωσία κάθε πρόσχημα να διαταράξει την ευρωπαϊκή ειρήνη. Ελάχιστη ήταν η ανησυχία τους για την σωτηρία των Ελλήνων», σημειώνει ο ιστορικός Julien de la Graviere.