Ο Αλέξανδρος Μπέμπης (Κανταρτζής) είναι συνταξιούχος, πρώην επιχειρηματίας που ασχολήθηκε με την ανακύκλωση. Έχει υπό έκδοσιν έξι παιδικά βιβλία.
Θα είχε πραγματικά πολύ μεγάλο ενδιαφέρον αν μπορούσε να γίνει μια δημοσκόπηση ώστε να καταγραφούν οι λόγοι
αλλά και τα ποσοστά που συγκεντρώνουν αναφορικά με τους πολίτες που όλο και περισσότεροι επιλέγουν την αποχή από τις εκλογές.
Ορθά ελέγχουμε τα κόμματα και τους πολιτικούς όταν παρεκτρέπονται από δημοκρατικές αξίες και κανόνες αλλά επιβάλλεται
να κάνουμε το ίδιο και για τους εαυτούς μας όταν απαιτούμε δικαιώματα αγνοώντας τις υποχρεώσεις προς την δημοκρατία.
Στις στοιχειώδεις υποχρεώσεις των πολιτών είναι η συμμετοχή στα κοινά, μία από τις οποίες είναι στην εκλογική διαδικασία.
Βάσει νόμου, που ισχύει ακόμη, η αποχή από τις εκλογές χωρίς τους λόγους που εξαιρούνται, διώκεται ποινικά.
Το διοικητικό αυτό μέτρο έχει ατονήσει, στην ουσία καταργηθεί, τις τελευταίες δεκαετίες κάτι που είναι ”βούτυρο στο ψωμί”
όσων ευνοούνται από την αποχή και που με έμμεσο τρόπο την καλλιέργησαν δημιουργώντας συνθήκες καθεστώτος.
Με μια απλή αριθμητική πράξη θα δείξουμε ότι είναι τα κόμματα με τον μεγαλύτερο όγκο ψηφοφόρων,
κυρίως δηλαδή οι δύο παρατάξεις που εναλλάσσονται στην εξουσία, όποια και αν έρχεται πρώτη κάθε φορά.
Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε και για αγαστή λυκοφιλία.
Είναι η λεγόμενη ”κεντροδεξιά” με φορέα την ΝΔ και η ”κεντροαριστερά” με φορέα το ΠΑΣΟΚ από το 1981 και μέχρι πριν δέκα χρόνια
και τον ΣΥΡΙΖΑ όπου μετακόμισε ο μεγαλύτερος όγκος ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ με αφορμή την οικονομική καταστροφή.
Αυτές οι δύο παρατάξεις με τις ευθύνες που τις βαρύνουν και την αμετροέπεια που τις διακρίνει, προκάλεσαν αποστροφή
στις συνειδήσεις μεγάλου ποσοστού πολιτών με συνέπεια να τηρούν αντισυστημική στάση για τιμωρία ή έστω διαμαρτυρία απέχοντας.
Εδώ είναι όμως η στρέβλωση.
Η αποχή από τις εκλογές με το αντισυστημικό του καθενός αφήγημα κάθε άλλο παρά αντισυστημική είναι.
Αν θεωρήσουμε ότι οι εκλογείς που απέχουν, θα συμμετείχαν στις εκλογές και δεν θα ψήφιζαν για τιμωρητικούς λόγους κάποιο
από τα δύο κόμματα, με απλοϊκή αλλά ρεαλιστική προσέγγιση προκύπτει ότι απέχοντας στην ουσία πριμοδοτούν το πρώτο κόμμα.
Αν υποθέσουμε ότι το σύνολο των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων είναι 100 και από αυτούς απέχουν οι 50,
τα ποσοστά των κομμάτων υπολογίζονται επί των 50 θεωρώντας αυτό το 50 ως 100.
Αν δηλαδή ένα κόμμα πήρε 40% επί των 50-που λαμβάνεται ως 100- στην ουσία έχει πάρει το 20% του αρχικού εγγεγραμμένου συνόλου.
Κατ’ αναλογία αν έχουν ψηφίσει οι 60 το ποσοστό του θα είναι 24%, αν έχουν ψηφίσει 70 θα είναι 28% κ.ο.κ.
Εδώ έρχεται να κουμπώσει και ο εκάστοτε ισχύον εκλογικός νόμος.
Για τις διάφορες μορφές ενισχυμένης αναλογικής με μπόνους εδρών στον πρώτο, δεν αξίζει σχολιασμού.
Στην -υποτίθεται- απλή αναλογική που ισχύει για τις επερχόμενες εκλογές, βάζοντας ως προϋπόθεση το όριο του 3% πανελλαδικά
για να συμμετέχει κάποιο κόμμα στην κατανομή των εδρών, επί της ουσίας δεν αλλάζει κάτι. Πάλι πριμοδοτούνται οι πρώτοι.
Όσο πιό μεγάλο είναι το άθροισμα των ποσοστών των κομμάτων που δεν πέρασαν το 3%, τόσο περισσότερες έδρες παίρνουν
οι ”μεγάλοι” επιδεικνύοντας καθεστωτική συμπεριφορά με την απαξίωση της ισότιμης επιλογής που ισχύει ενώπιον της κάλπης.
Όχι μόνο αφαιρούν αυτούς που δεν ψήφισαν -δικαίως ως ένα βαθμό- αλλά και όσους η επιλογή τους δεν ξεπέρασε το 3%.
Έτσι, σύμφωνα με τους ειδικούς, αν οι κάτω του 3% συγκεντρώσουν αθροιστικά 10%, το πρώτο κόμμα με ποσοστό 36-37% αγγίζει
την αυτοδυναμία, γεγονός που παραβιάζει την λαϊκή βούληση.
Η λαϊκή βούληση παραβιάζεται επίσης στην περίπτωση που υποψήφιος μικρού κόμματος λάβει σε μια μονοεδρική περιφέρεια 50%+1
και δεν εκλέγεται αφού το κόμμα του δεν ξεπέρασε το όριο του 3% πανελλαδικά. Ένας επαίσχυντος αποκλεισμός.
Όλα κομμένα και ραμμένα στην εξυπηρέτηση του καθεστώτος.
Εδώ τίθεται το συνειδησιακό ερώτημα για κάποιον πολίτη που θεωρεί υποχρέωσή του να ψηφίσει αλλά ταυτόχρονα να τιμωρήσει.
Η απάντηση είναι δυστυχώς μονοδιάστατη. Η ύστατη επιλογή του είναι το μη χείρον βέλτιστον.
Να επιλέξει κάποιο κόμμα που, έστω βάσει δημοσκοπήσεων, θα περάσει το 3% όσο και αν δεν συμφωνεί απόλυτα με τις θέσεις του.
Σε υποθετικό σενάριο θα ήμουν ικανοποιημένος αν τα έξι κόμματα που υπερβαίνουν το 3% έπαιρναν ακριβώς 15%(=90%) και 10% τα υπόλοιπα.
Εύλογα θα μου πείτε ότι προτιμώ την ακυβερνησία και την αστάθεια.
Αντίθετα, αυτό θα τους απογύμνωνε από το βασικό τους άλλοθι των φοβικών επιχειρημάτων περί ακυβερνησίας που διατυμπανίζουν,
αφού φρόντισαν να το ενισχύσουν με ένα ακόμη μέτρο. Την προθεσμία των διάρκειας τριών ημερών διερευνητικών εντολών.
Κρίνονται θετικά οι προτάσεις του ΠΑΣΟΚ και του ΜεΡΑ25 ότι πρώτα πρέπει να αναζητηθούν οι προγραμματικές συγκλίσεις
που το θεωρούν -και είναι- μείζον ζήτημα από αυτό του προσώπου του πρωθυπουργού. Δηλαδή να προηγείται το ”πώς” από το ”ποιός”.
Πριν μερικά χρόνια το Βέλγιο είχε υπηρεσιακή κυβέρνηση επί 2,5 χρόνια επειδή τα κόμματα δεν ”τα έβρισκαν”.
Το ίδιο συνέβη για μερικούς μήνες και στη Γερμανία πιο πρόσφατα. Ο κρατικός μηχανισμός τους όμως λειτουργούσε κανονικά.
Το έχουν καταφέρει και αυτό οι δικοί μας ταγοί. Για να λειτουργήσει το κράτος μας να χρειάζεται ”πατερούληδες”.
Έναν ρόλο που αυτόκλητοι ανέθεσαν στον εαυτό τους έχοντας γράψει και το σενάριο της συντήρησης του μεσσιανισμού στη χώρα μας.