iporta.gr

Στον «ταραξία» των Εξαρχείων Νικόλα Άσιμο , του Δημήτρη Κατσούλα

Ο Δημήτρης Κατσούλας είναι συνταξιούχος του Ταμείου Νομικών. Παρουσιάζεται: “Εν συντομία λοιπόν, έχουμε και λέμε: Με καταγωγή από την Μεσσηνία, αποφάσισα εν μέσω Πανδημίας COVID-19, να αποχωριστώ την Ελλάδα και να εγκατασταθώ στο Μιλάνο, βρίσκοντας διέξοδο στις αναζητήσεις μου Μουσική και Θέατρο, όπου παραμένουν οι μεγάλες μου Αγάπες. Μότο ζωής: ΥΠΝΟΣ, Ο ΜΙΣΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ|

Δημήτρης Κατσούλας

Το κρεμασμένο στον τοίχο χάρτινο ημερολόγιο έδειχνε Πέμπτη 17 Μαρτίου 1988, μια ημέρα ηλιόλουστη που τίποτα δεν προμηνούσε ότι κάτι το κακό θα συνέβαινε στην πόλη, όπου κατά τις 11:30 το πρωί ετοιμαζόμαστε στο σπίτι φίλου μουσικού παραγωγού να γράψουμε την εκπομπή για το Σάββατο 19 Μαρτίου που θα παρουσιάζαμε στον 90.2 Αριστερά στα fm, όταν ένα τηλεφώνημα ήρθε να ταράξει την ησυχία του μικρού μας studio. Ήταν η φωνή της Χαρούλας Αλεξίου όταν μας ανακοίνωνε την είδηση ότι ο Νικόλας Άσιμος αυτοκτόνησε στο σπίτι του, στην οδό Καλλιδρομίου 55 στα Εξάρχεια, κρεμασμένος με ένα σεντόνι από σωλήνα υδραυλικών, κλωτσώντας την καρέκλα στην οποία ανέβηκε με τα πόδια του.

Ο «Μπαγάσας», το είπε και το αποφάσισε, μου είπε έκπληκτος ο φίλος παραγωγός, μιας και την προηγούμενη ημέρα κατά τις 6 το απόγευμα είχαμε περάσει από εκεί το μικρομάγαζό του, όπου την τζαμαρία του την είχε καλύψει με εφημερίδες και ένα σημείωμα που έγραφε «Άλλη μια μέρα πέρασε άκαρπη, οι δημοσιογράφοι να μην ασχοληθούν μαζί μου» . Προσπαθούμε να επικοινωνήσουμε εκ νέου με την Χαρούλα Αλεξίου, αλλά εις μάτην, το τηλέφωνό της επί ώρες παρέμενε «κατειλημμένο». Ανοίγοντας το ραδιόφωνο, η είδηση επιβεβαιώθηκε. Την επομένη ημέρα, Παρασκευή 18 Μαρτίου το απόγευμα, αποχαιρετήσαμε τον Νικόλα στο νεκροταφείο Καλλιθέας, αφού είχε προηγηθεί ένα παζάρι μεταξύ του ιερέως της εκκλησίας ο οποίος αρνιόταν την είσοδο του φερέτρου εντός του ναού, καθότι ήταν απαγχονισμένος. Τα έξοδα της κηδείας καλύφτηκαν από τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου ο οποίος αδυνατούσε να βρει την δύναμη να τον τραγουδήσει για τελευταία φορά, παρά από ένα κασετοφωνάκι του φίλου του Στέλιου Λογοθέτη άρχισε να παίζει το τραγούδι «Ο μηχανισμός», με την μητέρα του Νικόλα να αναφωνεί: «Νίκο μου, δεν το περίμενα ότι είχες τόσους φίλους, γιέ μου…».

Στην Κοζάνη γεννημένος ο Νικόλας Άσιμος («και όχι Ασημόπουλος» όπως ο ίδιος τόνιζε) το 1949, εισήχθη στην Φιλοσοφική Θεσσαλονίκης, διοργανώνοντας πολλές φορές εκδηλώσεις  επάνω στην ταράτσα του Λευκού Πύργου, κατεβαίνει στην Αθήνα το 1973, αφού εγκαταλείπει την Σχολή του βρίσκοντας δουλειά στην αρχή στην μπουάτ «Σούσουρο» στην Πλάκα και δίπλα στους Γιάννη Ζουγανέλη, Περικλή Χαρβά, Θάνο Αδριανό, Σάκη Μπουλά, η οποία συνεργασία τους δεν κράτησε για αρκετό χρονικό διάστημα, καθότι ο Άσιμος αισθανόταν «ριγμένος».

Από τα Εξάρχεια στα οποία διέμενε, πολλές φορές κατηφόριζε ως το Πεδίον του Άρεως, όπου εμπρός από το άγαλμα του βασιλέως Κωνσταντίνου Α’ έστηνε αυτοσχέδια δρώμενα (happenings) ενοχλώντας το «σύστημα». Πάλεψε με όλα τα «θεριά της κοινωνίας» όπως έλεγε, με Θεούς και δαίμονες, με ιδέες και συμπεριφορές, με την ίδια τη λογική, όπου ήρθε αντιμέτωπος τελικά με την τρέλα.

‘Ένα πάντως είναι σίγουρο: επίμονα, σταράτα και έντιμα, πάλεψε σε έναν κόσμο που: «Αν δεν είσαι στα μέτρα του, σε καταβροχθίζει» όπως χαρακτηριστικά μου τόνιζε τις λίγες φορές που ήπιαμε καφέ μαζί και όταν προσπαθούσα να τον αποτρέψω από εκείνη τη σκάλα που έστηνε καταμεσής του κενού προσπαθώντας να αναρριχηθεί.

Στα 39 του που βαρέθηκε τη ζωή ή η ζωή βαρέθηκε αυτόν, μοναδικό του προικιό απέμειναν η κόρη του Λίλιαν ή Νιουνιού όπως αρεσκόταν να την αποκαλεί, οι 8 «παράνομες κασέτες» του, οι 3 δίσκοι του (οι 2 κυκλοφόρησαν μεταθανάτια) και η συμμετοχή του σε δυο ταινίες «Ο Δράκουλας των Εξαρχείων» και «Το ρεμπέτικο», των οποίων πνευματικών δικαιωμάτων μόνη και αποκλειστική κάτοχος είναι η κόρη του.

Σήμερα, 37 χρόνια από την «φυγή» του, ο Νικόλας Άσιμος «αναπαύεται» στην γενέτειρά του την Κοζάνη.