iporta.gr

Ποτέ την Κυριακή; (Για τους μεροκαματιάρηδες της ευτυχίας), του Μάνου Στεφανίδη

Ο Μάνος Στεφανίδης είναι Ιστορικός Τέχνης και Αναπληρωτής Καθηγητής στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του ΕΚΠΑ.Διαβάστε τα άρθρα του Μάνου Στεφανίδη ΕΔΩ

Δεν φιλοδοξώ να πω σε κανέναν τι να ψηφίσει και ποιον. Απλώς, θα πρότεινα, πριν αποφασίσει, να επισκεφθεί ένα διανυκτερεύον, κρατικό νοσοκομείο. Όχι για να λυπηθεί τους άλλους αλλά πρωτίστως τον εαυτό του. Επίσης να λάβει υπόψη, σε καθαρά ανθρώπινο – απόλυτα προσωπικό – επίπεδο, τον γόο των συγγενών των νεκρών στο Μάτι και τα Τέμπη. Και πάλι όχι για τους άλλους αλλά για τον εαυτό του. Εντελώς εγωιστικά. Επειδή αύριο μπορεί να θρηνεί εκείνος…

Δεν μπορώ να κατηγορήσω, από την άλλη, μια κοινωνία τόσο φοβισμένη, παραιτημένη και κατατονική όπως η ελληνική επειδή δεν αντέχει να ονειρεύεται την ανατροπή και επειδή εκλέγει για να την κυβερνήσουν αυτοί που της μοιάζουν περισσότερο. Ή που δεν διακατέχεται όχι από τον τρόμο της ιστορίας – αυτό θα ήταν εξαιρετικά φιλόδοξο και θα άρμοζε σε λαούς με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση – αλλά ούτε καν από τον απλό, τον ενστικτώδη φόβο της επιβίωσης αύριο. Αφού ζούμε κυριολεκτικά και συμβολικά για το σήμερα. Αποκλειστικά. Μεροκαματιάρηδες μιας ευτυχίας τόσο πρόσκαιρης κι επίπλαστης. Και που δεν βλέπουμε πως και ο τόπος μας αλλά και ο κόσμος παρακμάζουν με δραματικούς ρυθμούς. Που είμαστε, τέλος, έτοιμοι να πιστέψουμε τις υποσχέσεις και τα μεγάλα λόγια ενός πολιτικού προσωπικού όλο και πιο αναξιόπιστου, αφερέγγυου και αγράμματου του οποίου το βασικό επιχείρημα είναι πως αποτελεί “το μη χείρον βέλτιστον”. Ψηφίζοντας έτσι οικογένειες – εταιρίες.

Αυτό, λοιπόν, για το οποίο κατηγορώ την κοινωνία μας είναι ότι δεν ονειρεύεται, έστω, την στοιχειώδη ανατροπή, μία κάποια αντίδραση, ανατροπή της πεπατημένης. Το να ρίξει, επιτέλους, ένα βότσαλο στη λίμνη, μήπως και ταρακουνηθεί λίγο το τέλμα. Και που θεωρεί περίπου νομοτελειακό να κυβερνηθεί είτε από τον Μητσοτάκη, είτε από τον Τσίπρα, είτε από τον διευθύνων (sic) σύμβουλο του ΠΑΣΟΚ Ανδρουλάκη. Χωρίς να αντιλαμβάνεται – ή, όχι;- την γελοιότητα που εκπροσωπούν αυτά τα μεγέθη. Και που πιστεύει πως είναι σχεδόν θέλημα Θεού να έχει υπουργούς υπερφίαλους όσο και απροσδιόνυσους σαν τη Μενδώνη, την Ξινό γιαννάκο πώς τη λένε, την Κεραμέως, ή την Τζάκρη. Για να αναφέρω μόνο γυναίκες χάριν της politically correct ποσόστωσης. Γνωρίζω βέβαια πως τα ανακλαστικά αυτής της κοινωνίας είναι βαθύτατα συντηρητικά ό,τι κι αν δηλώνει και πως η πλειοψηφία των ψηφοφόρων, ασχέτως κονκάρδας, είναι δεξιόστροφη, βαρετά μικροαστική, με το βασικό της κριτήριο το μη ρίσκο και την μη μεταβολή. Έτσι λοιπόν είναι πολύ πιθανό, ή καλύτερα είναι σχεδόν βέβαιο, ότι ο Κωστάκης Αχ. Καραμανλής θα επανεκλεγεί πανηγυρικά στην εκλογική του περιφέρεια – φέουδο όπως εξάλλου και ο Κώστας Μπακογιάννης στον κληρονομικό δήμο της Αθήνας παρά την προκλητική τους υστέρηση. Αφού στη συνείδηση των ψηφοφόρων αυτός ο οικογενειακός κοινοβουλευτισμός είναι σαν πεπρωμένο και αποτελεί, στα 2023, το ιδανικό πολίτευμα. Οικογένειες – εταιρίες! Είναι δυνατόν, σού λένε, να μην υπάρχει ένας Καραμανλής – έστω και γιαλαντζή – ή ένας Παπανδρέου στην επόμενη Βουλή; Τα ύστερα του κόσμου! Άρα με μία τέτοια νοοτροπία και τις ανάλογες επιλογές οι επικείμενες εκλογές μοιάζουν εκ προοιμίου υπονομευμένες και το μέλλον του τόπου φαλκιδευμένο στο διηνεκές. Ένα “μη μέλλον” που υποτροπιάζει.

Οφείλουμε οι διανοούμενοι να είμαστε με τους κυβερνώντες ή με τους κυβερνώμενους; Ιδίως όταν η δικαιοσύνη και η απονομή της στον τόπο μας συνιστούν τη μεγαλύτερη αδικία;

Από την άλλη, η εποχή του ενός, του παρακλήτου και του σωτήρα παρήλθε οριστικά. Όπως και η κοινοβουλευτικά συγκεκαλυμμένη δικτατορία του υπερπρωθυπουργού. Όσο πιο γρήγορα το συνειδητοποιήσουν οι επίδοξοι πρωθυπουργοί, τόσο το καλύτερο για τον τόπο. Η εποχή μας απαιτεί υπέρβαση και σύνθεση κι όχι μονοκομματικά καθεστώτα που συσκοτίζουν ή παρεμποδίζουν τον έλεγχο, τη διαφάνεια και την αξιοκρατία υπέρ ενός στενού κομματισμού. Την αξιοκρατία των ημετέρων και την μετριοκρατία παντού. Η κρίση στη δικαιοσύνη, η διαφθορά στην αστυνομία, η καταβαράθρωση του συστήματος υγείας, τα ήξεις αφήξεις στην παιδεία, η σοβούσα κοινωνική αναταραχή το καταμαρτυρούν.

Φοβάμαι ότι η νυν ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας υπέσκαψε μεθοδικά και εντός μιας τετραετίας τους πιο ευαίσθητους θεσμούς του πολιτεύματος. Με στοχευμένο τρόπο και εργαλεία τους συνταγματολόγους υπηρεσίας. Το να δρομολογηθεί λοιπόν η αλλαγή ηγεσίας και στα δύο κόμματα εξουσίας, θα ήταν σωτηρία για τον τόπο. Η ταυτόχρονη αποδοκιμασία και του Μητσοτάκη και του Τσίπρα ούτε τόσο εξωπραγματική, ούτε τόσο απολιτίκ αποδεικνύεται. Πόσο μάλλον αν το ποσοστό του πρώτου είναι γύρω στο 35% και του δεύτερου γύρω στο 27%. Πράγμα που θα σημαίνει πως αύριο τον πρώτο θα έχουν αποδοκιμάσει οι δύο στους τρεις Έλληνες και τον δεύτερο οι τρεις στους τέσσερις..

Άρα η λαϊκή βούληση αφενός αποδοκιμάζει και τους δύο και αφετέρου δεν θέλει μονοκομματική κυβέρνηση αλλά ένα σχήμα συνεργασίας. Προφανώς μια κυβέρνηση συνεργασίας της Νέας Δημοκρατίας με το ΠΑΣΟΚ με το οποίο έχουν πολλά κοινά και έχουν από κοινού ψηφίσει πολλά νομοσχέδια. Θα ήταν αυτό μία θετική εξέλιξη και για τη δημοκρατία και για την πατρίδα ή όχι; Χωρίς διλήμματα και εκβιασμούς. Μπορούμε ή όχι οι πολίτες να αμφισβητήσουμε ή και να δυναμιτίσουμε το άνωθεν προγραμματισμένο σκηνικό; Να παρέμβουμε σ’ εκείνο το μέλλον που μοιάζει αναπόδραστο;

ΥΓ. Βλέπω μελαγχολώντας τον πρωθυπουργό και τους υπουργούς του της Παιδείας και του Πολιτισμού. Άπαντες, πλήρως απροσδιόνυσοι! Ανησυχητικά λυπηρό. Για αυτό…παιδεία και τέχνη, τέχνη – δηλαδή αισθητική αγωγή από τα νηπιαγωγεία… Και παιδεία – ουσιαστική και όχι μηχανιστική και μονόχορδη. Ώστε να εμπλέκονται αληθινά, συναισθηματικά διδάσκοντες και διδασκόμενοι. Η μόνη διέξοδος για τα αδιέξοδα του τόπου. Επειδή κατά την παιδεία ενός λαού και οι ψηφοφόροι του. Και ακόμη χειρότερα: Οι πολιτικοί του. Πέραν των επιδερμικών εορτασμών, των δεκάρικων της εξέδρας και των κούφων πανηγύρεων.