iporta.gr

Ο Χαλασμός της Νάουσας 22 Απριλίου 1822: Η «άγνωστη» καταστροφή, του Δημήτρη Ι. Μπρούχου

Δημήτρης Μπρούχος

 

Ο πίνακας του  άρθρου για την καταστροφή της Νάουσας είναι εικαστικό έργο του Βασίλη Νικόλτσιου, Σχη Φαρμακοποιού εα

22 Απριλίου 1822 – Κυριακή του Θωμά. Τέσσερα ακριβώς χρόνια προτού την Ηρωική Έξοδο του Μεσολογγίου (10 Απριλίου 1826 – Κυριακή των Βαΐων), είκοσι τρία χρόνια μετά την πτώση του Σουλίου (ανατίναξη Κουγκίου, χορός του Ζαλόγγου –13 Δεκεμβρίου 1803) και σαράντα τέσσερα χρόνια πριν από το ολοκαύτωμα στο Αρκάδι (9 Νοεμβρίου 1866), ο Χαλασμός της Νάουσας αποτελεί ένα αδιαμφισβήτητο ιστορικό γεγονός, που κατέχει περίοπτη θέση στις δέλτους της Εθνικής μας Παλιγγενεσίας στη Νεώτερη Ιστορία της πατρίδας μας.

Ως Χαλασμός της Νάουσας έχει περιγραφεί η καταστροφή της πόλης και η σφαγή των κατοίκων της, όταν μέσα στην καρδιά της Επανάστασης του 1821 ξεσηκώθηκαν σ’ έναν ηρωικό και άνισο αγώνα κατά των Τούρκων, διεκδικώντας τη Λευτεριά.        

Παρ’ όλη την ευημερία της και τα προνόμιά της, το Φεβρουάριο του 1822, η Νάουσα και η περιοχή της βρίσκονται στο επίκεντρο μιας μεγάλης εξέγερσης στο πλαίσιο της Ελληνικής Επανάστασης, που ήδη είχε ξεσπάσει σε άλλες περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μετά από μια ολόκληρη σειρά πολεμικών επιχειρήσεων των Ναουσαίων, με αρχηγούς τους Αγγελή Γάτσο, Τάσο Καρατάσο, Ζαφειράκη Θεοδοσίου Λογοθέτη και Διαμαντή Νικολάου, που είχαν ως στόχο τη δημιουργία ενός ελεύθερου επαναστατικού καθεστώτος στην περιοχή, η πόλη πολιορκείται από τα στρατεύματα του Διοικητή της Θεσσαλονίκης Εμπού Λουμπούτ, ο οποίος στις 26 Μαρτίου ζήτησε από  τους επαναστάτες να καταθέσουν τα όπλα «ίνα τύχουν συγγνώμης», προειδοποιώντας τους ότι σε αντίθετη περίπτωση θα έχουν «πολύ δυσάρεστον τέλος». Η απάντηση των Ναουσαίων ήταν αρνητική και έτσι στις αρχές Απριλίου άρχισε η πολιορκία. Τις επόμενες ημέρες, οι Τούρκοι πραγματοποίησαν πολλές εφόδους εναντίον των καίριων θέσεων που κρατούσαν οι Έλληνες, χάνοντας πολλούς στρατιώτες, μέχρι η πόλη να πέσει τελικά μπροστά στις πολυπληθέστερες δυνάμεις του εχθρού στις 22 Απριλίου, την Κυριακή του Θωμά, του ίδιου έτους.

«Πέτρα στην πέτρα να μη μείνει και ούτε φωνή αλέκτορος να ακουστεί…». Αυτή ήταν η σκληρή διαταγή του Σουλτάνου, που με απίστευτη μανία και απερίγραπτες θηριωδίες εκτέλεσε ο στρατός του. Λεηλασίες, σφαγές και εξανδραποδισμοί του πληθυσμού, αλλά και απερίγραπτες σκηνές αυτοθυσίας και ηρωισμού από πλευράς των Ναουσαίων, ακολούθησαν. Αρκετές γυναίκες προτιμούν να σκοτωθούν, δεκατρείς από αυτές πέφτοντας με τα παιδιά τους στ΄ αφρισμένα νερά του καταρράκτη της Αράπιτσας στους «Στουμπάνους», παρά να ατιμαστούν από τους Τούρκους. Η πόλη καταστράφηκε και τα προνόμιά της αναιρέθηκαν.

Όλα αυτά τα αποτρόπαια που συνέβησαν τότε, έμειναν ως γεγονός στην Ιστορία ως: Η Καταστροφή της Νάουσας ή το Ολοκαύτωμα της Νάουσας ή ο Χαλασμός της Νάουσας.

Η επανάσταση της Νάουσας συνετέλεσε στην απώλεια χρόνου και δυνάμεων για τους Τούρκους, προς όφελος του Αγώνα στη νότιο Ελλάδα. Για την συνεισφορά της στον Αγώνα για την Ανεξαρτησία από τον Τουρκικό ζυγό η Νάουσα είναι η μόνη που φέ-ρει τον τίτλο «Ηρωική πόλη», με Βασιλικό Διάταγμα από το 1955 (ΒΔ.17/8./1955 ΦΕΚ 240/Α/3-9-1955).

Σήμερα, Κυριακή του Θωμά  26 Απριλίου 2020, 198 χρόνια από τη μεγάλη σφαγή, σε μέρες ανηφορικές για όλους λόγω της πανδημίας, καθώς όλες οι εκδηλώσεις της πόλης έχουν αναβληθεί, ανάβω ευλαβικά μέσα μου το καντήλι της Ιερής Μνήμης των Αγωνιστών, των 1241 Νεομαρτύρων και Εθνομαρτύρων, σιγανά και ταπεινά, κρατώντας σφιχτά σαν την άκρη της Σημαίας μας στα υγρά μου μάτια, τις εικόνες και τα συναισθήματα της πρώτης μου έμπνευσης. Τότε που μου ανατέθηκε από την Ιερά Μητρόπολη Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας και το Δήμο της Ηρωϊκής πόλης Νάουσας, να γράψω ένα πρωτότυπο έργο για το εξαιρετικά σημαντικό και τραγικό συνάμα γεγονός της σύγχρονης Ιστορίας μας. Και για τον λόγο αυτό, πέρα από τη συστηματική μελέτη, αφουγκράστηκα την κυτταρική μου μνήμη. Ως Μακεδόνας και ως πνευματικός δημιουργός.

Περπάτησα πολύ στις ρούγες και στις γειτονιές του τόπου. Συνομίλησα με τα γέρικα δέντρα. Βάδισα στο Κιόσκι, στον Άη-Γιώργη και στ’ Αλώνια. Ένιωσα το ρίγος στις φυλλωσιές του ανέμου. Μύρισα το χώμα μετά τη βροχή, που έβγαζε πατημασιές βημάτων και χρόνων που δεν θα ξανάρθουν. Άκουσα παλιούς να μιλάνε στους δρόμους, επισκέφτηκα τον τόπο θυσίας, είδα τα πρόσωπα των 13 γυναικών στο απυρόβλητο τ’ ουρανού, με ψηλά το κεφάλι και χαμηλό το βλέμμα, στον αιώνιο τελετουργικό χορό τους να δηλώνουν: «Εμείς, το χρέος μας το πράξαμε απέναντι στην τιμή και την υπόληψη της καταγωγής μας».

Κι είδα τις 1241 ψυχές, τους Μάρτυρες της Πίστης και του Έθνους στη γειτονιά των αγγέλων να σεργιανούν πλάι-πλάι με τους σφαγείς τους στον κάμπο, στην Αράπιτσα, στη «Νάουσα του απάνω κόσμου…».

Ο  Έλληνας, πολεμιστής, νοικοκύρης, άρχοντας, φίλος, έχει μάθει να διεκδικεί, να μάχεται, να κερδίζει, να χάνει μα προπάντων να συγχωρεί…

Σ’ αυτόν τον ανώνυμο ΄΄Ελληνα κι Ελληνίδα, Μακεδόνα και Μακεδόνισσα, Ναου-σαίο και Ναουσαία του χρέους, που αψήφισε απειλές και κάτεργα και τυραννίες, που πάλεψε με νύχια και με δόντια να κρατηθεί και να κρατήσει ψηλά το λάβαρο της ε-θνικής αξιοπρέπειας και περηφάνιας του Γένους, είναι αφιερωμένο το έργο που με τη Χάρη του Θεού «ετέχθη» από την ελαχιστότητά μου και κατετέθη ως ελάχιστος οβολός Τιμής στην Εθνική μας Μνήμη, έναντι του μαρτυρικού οβολού Εκείνων, που με τη θυσία τους θα δείχνουν πάντα το δρόμο για τη Λευτεριά. Τίτλος του:

«Ο ΧΑΛΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΝΑΟΥΣΑΣ – 1822μ. Χ., Ελληνική ραψωδία»

IN MEMORIAM

(απόσπασμα)

Όπως ο Άγγελος Κυρίου αποκρίθηκε / Στις μυροφόρες  με τη φράση: «Ουκ έστιν ώδε…» / Το Γένος άλλη μια φορά ξαναναστήθηκε /  Σαν ένα θαύμα κι όποιος πρόλαβε και το ’δε…

«Λαός Ανέστη! Ελλάς Ανέστη! / Χίλιοι διακόσιοι και σαράντα ένας / Που αγωνιστή-κανε σα να ’ταν Ένας! / Ελλάς Ανέστη! Λαός Ανέστη! / Πίστη Χριστού ομολόγησαν και ΗΤΑΝ ΟΛΟΙ ΕΝΑΣ!».-