iporta.gr

Οι τραγουδιστές πασών των ωρών του καλοκαιριού, του Δημήτρη Κατσούλα

Δημήτρης Κατσούλας

Οι τραγουδιστές πασών των ωρών του καλοκαιριού

Δεν ησυχάζουν καθόλου ή για να είμαι πιο ακριβής σπάνια θα τα δεις να έχουν κάνει ένα μικρό διάλειμμα προκειμένου να ξαποστάσουν αυτήν την ποικιλοτρόπως παλλόμενη κοιλιά τους. Είναι και χρωματικά  βλέπεις τέτοια όπου είτε στις υψηλές κορυφές των δέντρων την έχουν αράξει και τραγουδούν αδιαλείπτως είτε – επί το συνηθέστερον – στους κορμούς, να ταυτίζονται με το καφετί της φλούδας τους κι εσύ να ψάχνεσαι πού βρίσκονται, ποιος είναι ο μαέστρος και διευθυντής της ορχήστρας τους τόσο μελωδικά και στις υψηλές συχνότητες του βιολιού είναι κουρδισμένα αυτά τα μικρόσωμα και με διάφανα τα φτερά πλάσματα, τα τζιτζίκια ή όπως αλλιώς αρέσκεται να τα λέει η μάνα μου,  ‘τέττιγες’. Και η Αθήνα – όπως πληροφορούμαι – είναι γεμάτη φέτος από τις στρατιές τους, αλλά η επαρχία… άλλο πράγμα αδερφέ μου!

Έχουν γίνει ‘καταληψίες’ όλων των δέντρων, των γείσων των κεραμιδιών των στεγών, κι αν το επιχειρήσουμε – ειδικά μεσημέρι – να  κατεβούμε χαμηλά προς τον ποταμό Βελίκα (όπου κάποτε αφθόνως έρρεαν τα νερά και τα μποστάνια μας ολόδροσα τα καταναλώναμε…), εκεί όντως στέκεσαι κάτω από τον ίσκιο ενός πλατανιού και μαγεύεσαι από τις μουσικές τους. ‘Αύγουστος και σκάει ο τζίτζικας από τη ζέστη’  έλεγαν κάποτε στα χωριά μας, σήμερα όμως ανεξαρτήτου μηνός, έτσι όπως τα έφερε η κλιματική αλλαγή (όπου πρωτόκολλα ψηφίζονται και από πουθενά δεν διαφαίνεται ελπίδα σωτηρίας, όπου ο ήλιος από ζωοδότης μετατρέπεται σε φονιάς), όλη η φύση έχει μετατραπεί σε ένα τεράστιο καμίνι όπου οι ακούραστοι – έως τώρα – τραγουδιστάδες δίνουν τις ‘συναυλίες’ τους απνευστί είτε πρωί είναι αυτό είτε μεσημέρι είτε λιόγερμα είτε νύχτα.

Κι εκεί που βλέπεις το έντομο γαντζωμένο στον κορμό του δέντρου λες και είναι βελόνα στο πικάπ που παίζει και συ πας να το εξερευνήσεις λίγο καλύτερα και από κοντά, ξάφνου σταματά, ανασηκώνει την ακίδα του από τον… δίσκο, σείεται για λίγο κι απότομα πετάγεται προς το διπλανό πεύκο, εξαπολύοντας ταυτόχρονα μια δέσμη υγρού όπου μερικοί την ερμηνεύουν ως φόβο άλλοι δε ως περιφρόνηση προς αυτόν  που του διέκοψε το τραγούδι. Λένε πως επειδή τα τζιτζίκια γνωρίζουν το μικρό του βίου τους και βιάζονται να το χαρούν, αυτό είναι και ένας από τους λόγους που τραγουδούν αδιάκοπα. Πάντως, φέτος όλη η Ελλάδα έχει συντονιστεί σε ένα ατέρμονο τραγούδι – το τραγούδι των τζιτζικιών – έχοντας από την άλλη πλευρά και την ‘υποχρέωση’ να ικανοποιήσουν τα πλήθη των τουριστικών ρευμάτων που κατακλύζουν τόσο την στεριανή όσο και την νησιωτική Χώρα, βγάζοντας ‘ασπροπρόσωπο’ και τον υπουργό Τουρισμού μετά των συνεργατών του όπου τόσο αγχώδης εμφανίζεται όσον αφορά στην επίτευξη κάποιων στατιστικών αριθμών, εκθέτοντάς τα από τα προεκλογικά  Φθινοπωρινά μπαλκόνια.