iporta.gr

Οι ήρωες είναι πάντα ευγενικοί, του Χρήστου Χωμενίδη

Την Πέμπτη που μάς πέρασε, ο Γεώργιος Μπαλταδώρος, ετών 34, πατέρας δύο παιδιών, σμηναγός ιπτάμενος της Πολεμικής Αεροπορίας, σκοτώθηκε από πτώση του αεροπλάνου του στη θάλασσα έξω από τη Σκύρο. Επρόκειτο για δυστύχημα.

Αυτή είναι η είδηση. Λακωνική μα πλήρης, μεταδίδει το γεγονός κι αφήνει στον αποδέκτη της κάθε περιθώριο να νοιώσει και να συλλογιστεί. Να συμμετάσχει από απόσταση στο πένθος. Να σκεφτεί πάνω στη ζωή και στον θάνατο ενός νέου που -όπως όλοι οι συνάδελφοί του- είχε αναλάβει μια εντελώς ξεχωριστή αποστολή.

Αυτή είναι η είδηση. Την οποίαν η κίτρινη μερίδα του τύπου μας, τα χολερικά και τα μελοδραματικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οι πιό αγοραίοι από τους πολιτικούς μας διαστρέβλωσαν και ευτέλισαν με χίλιους τρόπους.

Το πρώτο πράγμα που διάβασα στο διαδίκτυο, το μεσημέρι της Πέμπτης, ήταν ότι ένα ελληνικό Μιράζ συνετρίβη ύστερα από αναχαίτιση τουρκικού σμήνους. Σχημάτισα την ίδια εντύπωση με εσάς: Ότι το αεροπλάνο μας κατερρίφθη. Πως η σύρραξη βρίσκεται προ των πυλών. Έπρεπε να περάσουν ώρες προκειμένου να διευκρινιστεί πως όχι μόνο δεν μάς το είχαν ρίξει οι Τούρκοι αλλά αναχαίτιση τη συγκεκριμένη ημέρα δεν είχε καν συμβεί πάνω από το Αιγαίο.

Εκατοντάδες, στο μεταξύ, θαμώνες του διαδικτύου ακόνιζαν τα νοερά τους γιαταγάνια. “Θέλω να πολεμήσω!” κραύγαζε μια συμπαθής κυρία. “Κυλά στις φλέβες σου αίμα μανιάτικο!” την συμμερίζονταν οι φίλοι της. “Τι μάς κρύβουν;” αναρωτιόντουσαν οι συνήθεις συνωμοσιολόγοι. Ενώ άλλοι -αρνούμενοι να δεχθούν ότι η αλήθεια πιότερο ήταν πένθιμη παρά ηρωική- προχωρούσαν και υπενθύμιζαν τον τορπιλισμό της “Έλλης” το 1940.

Νωρίς το απόγευμα ο Υπουργός Αμύνης ανήγγειλε τον θάνατο του πιλότου. Έπρεπε να το κάνει με τουίτ; Προφανέστατα όχι. Οι κομψοί τρόποι δεν περιλαμβάνονται, έτσι κι αλλιώς, στα προσόντα του. Το εντυπωσιακό -κατά τη γνώμη μου- είναι ότι μια μεγάλη μερίδα συμπολιτών μας αντιπαρήλθαν σχεδόν τον χαμό του Μπαλταδώρου και εξαπέλυσαν πυρά εναντίον του Καμμένου. Δεν θρηνούσαν τόσο τον πρώτο, όσο έβριζαν τον δεύτερο – προεξοφλώντας ότι η στρατιωτική ηγεσία δεν είχε ήδη ενημερώσει την οικογένεια του νεκρού με κατ’οίκον επίσκεψη, με τηλεφώνημα έστω. “Με το τουίτ του ο Καμμένος επεδίωξε και πάλι να στρέψει τους προβολείς επάνω του!” έγραφαν έξαλλοι. “Κι εσείς τον βοηθήσατε…” ήθελα να τους απαντήσω.

Από το βραδάκι της Πέμπτης, ξεκίνησε η μεγάλη κατηφόρα. Έμαθαν τα λαγωνικά τη διεύθυνση κατοικίας του νεκρού κι έσπευσαν επί τόπου και φωτογράφιζαν και δημοσίευαν φωτογραφίες μιάς πολυκατοικίας κάπου στην Πετρούπολη. “Εκεί μέσα διεξάγεται ο μέγας θρήνος!” μάς πληροφορούσαν, λες και είχαμε λόγο ή δικαίωμα να το γνωρίζουμε. Η αδιακρισία ξεπέρασε και το ύστατο όριο όταν μετέδωσαν ότι η μητέρα του Γιώργου Μπαλταδώρου σφίγγει στην αγκαλιά της μια φανέλα του.

Έχετε ζήσει, φαντάζομαι, τον θάνατο ενός τουλάχιστον δικού σας αγαπημένου. Πώς θα σας φαινόταν εάν κάποιοι απροσκάλεστοι δημοσιοποιούσαν τον σπαραγμό σας, υπό το πρόσχημα ότι επιτελούν λειτούργημα, πως υπηρετούν το ιερό καθήκον της ενημέρωσης; Εάν, μες στη συντριβή σας, σάς κολλούσαν ένα μικρόφωνο για να τους αφηγηθείτε τα τελευταία λόγια που ανταλλάξατε με τον νεκρό; Ή αν τα επινοούσαν και τα διέδιδαν, γνωρίζοντας ότι δεν θα βρείτε το κουράγιο να τους διαψεύσετε;

Ένα πράγμα ξέρουν καλά οι επαγγελματίες του κίτρινου τύπου: Το μελό σπάει τα ταμεία. Ο ξένος πόνος μαγνητίζει, όπως και ο καυτηριασμός των κακώς κειμένων. Αφού λοιπόν μάς καταίγισαν με γλαφυρές λεπτομέρειες σχετικά με την οικογένεια Μπαλταδώρου, έγιναν αίφνης καταγγελτικοί. “1200 ευρώ ήταν ο μισθός του αδικοχαμένου! Η χήρα του θα λαμβάνει 400 ευρώ!” Αποτροπιασμός στο ακροατήριο. Φρίκη, ακόμα και από εκείνους που εάν αναγγέλλονταν αυξήσεις στις αποδοχές των μάχιμων, θα κατηγορούσαν την κυβέρνηση -την οποιαδήποτε κυβέρνηση- ότι ψηφοθηρεί. Και φυσικά οι συνήθεις παραφυάδες του νεοναζισμού να διαρρηγνύουν τα ιμάτια τους επειδή “οι λαθρομετανάστες” λέει “παίρνουν περισσότερα”…

Ο ιδιοκτήτης μιας αλυσίδας ζαχαροπλαστείων συγκινημένος δεσμεύτηκε ότι θα δίνει από το ταμείο της εταιρείας του 500 ευρώ μηνιαίως “σύνταξη” στη γυναίκα και στα παιδιά του πιλότου. Μπράβο του. Χρειαζόταν ωστόσο να μιλήσει πριν για “ανάλγητο” και “ανύπαρκτο” κράτος, “εχθρικό και βλάσφημο σε κάθε τι ελληνικό και ορθόδοξο”; Δεν αντιλήφθηκε ο καλός αυτός άνθρωπος ότι φορτίζοντας ιδεολογικά την ευγενή χειρονομία του τη μικραίνει; Εάν δηλαδή ο Γιώργος Μπαλταδώρος ήταν Ισραηλίτης -όπως ο πρώτος νεκρός αξιωματικός στο Αλβανικό Έπος, ο Μαρδοχαίος Φριζής- ή Ρωμαιοκαθολικός, δεν θα συνέδραμε τους δικούς του;

Η Βουλή, παράλληλα, των Ελλήνων αποφάσισε να “υιοθετήσει” τα ανήλικα παιδιά του Μπαλταδώρου. Η πρωτοβουλία πιστώθηκε στον Ευάγγελο Μεϊμαράκη που το πρότεινε και στον Νίκο Βούτση που το δέχθηκε. Εκείνο το οποίο αποσιωπήθηκε είναι πως η Βουλή παγίως, με απόφαση του 2008, αναλαμβάνει τα έξοδα των παιδιών όσων ενόπλων έπεσαν κατά την εκτέλεση του καθήκοντος…

Τα παρατράγουδα συνεχίστηκαν με τα διαταραγμένα “τρολ” του διαδικτύου να αμφιβητούν τον ηρωισμό του Μπαλταδώρου, να τον προσβάλλουν και να τον λοιδωρούν μετά θάνατον. Σε μια κοινωνία που ανακηρύσσει ήρωες τους νικητές του κάθε τηλεπαιχνιδιού, συνέβη κι αυτό… Αντί όμως η κοινή γνώμη να αντιδράσει με περιφρονητική σιωπή – σε σκυλοκοίτες και νεκρόσιτους και ερεβομανείς, όπως τους λέει ο Ελύτης, απαξιείς να απαντήσεις-, άρχισαν τα αναθέματα, ζητήθηκε μέχρι και η παρέμβαση της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος. Να κάνει τι η Δίωξη; Να καθαρίσει την κόπρο του Αυγείου μέσα από τα μυαλά και τις ψυχές τους;

Έτσι -με έναν χορό ασχέτων που εκμεταλλεύονταν πολιτικά, δημοσιογραφικά ή απλώς συναισθηματικά τον θάνατό του, οι οποίοι θα τον λησμονούσαν την επαύριο κιόλας, εφόσον ποτέ δεν τον ήξεραν, ποτέ δεν θα ενδιαφέρονταν να τον γνωρίσουν- κηδεύθηκε ο σμηναγός Μπαλταδώρος.

Την απουσία του θα θρηνούν σε όλη τους τη ζωή οι γονείς, η γυναίκα του, τα παιδιά του. Θα παρηγοριούνται με το παραδειγμά του, θα μαλακώνει ίσως ο πόνος τους στη σκέψη ότι ο Γιώργος τους είχε μια σπάνια τύχη. Έζησε και πέθανε όπως ακριβώς ο ίδιος ήθελε.

Την αυθεντική ερμηνεία των γεγονότων τη δίνει πάντα η τέχνη. Για τον Γιώργο Μπαλταδώρο έχει γράψει, εδώ και δεκαετίες, ο Μάνος Χατζιδάκις:

Οι ήρωες είναι πάντα ευγενικοί.
Κάνουν πως, τάχα, λεπτομέρειες δεν θυμούνται.
Κι όταν η νύχτα τους σκεπάζει με σιωπή,
πετάν τον θρύλο στα πουλιά κι αποκοιμιούνται…-

Ο Χρήστος Χωμενίδης είναι συγγραφέας

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του. Δημοσιεύεται και στα ΝΕΑ.

The article expresses the views of the author. 

iPorta