Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό, ταυτοχρόνως δε θα τολμούσα να πω και προνομιούχο διότι είμαι από εκείνους που έζησαν την εποχή του ξεματιάσματος με λάδι, νερό, σταύρωμα στο κούτελο και μερικά λόγια ψιθυριστά, είδα τον αρκουδιάρη στην πλατεία του χωριού να χτυπά το ντέφι και να χορεύει η αρκούδα του η αλυσοδεμένη, είδα τον γύφτο να αναπαλαιώνει τα παλιά χαλκώματα με το καλάι και τις μαγικές σκόνες του παραδίδοντάς τα σαν καινούργια στις νοικοκυρές του χωριού, γεύτηκα τη φέτα του καρβελιού από άκρη σε άκρη στο λάδι ποτισμένη και πασπαλισμένη με ένα πόντο ζάχαρη, έπαιξα μπουνιές με τους συμμαθητές μου διεκδικώντας το κρεμασμένο από μία κλωστή λουκούμι στο καφενείο του χωριού, περπάτησα νύχτες πολλές με το λυχνάρι, διάβασα με το κερί ως μοναδικό φως στο σπίτι μας, έφαγα με τις οκάδες τον μπουχό των επαρχιακών δρόμων, λούστηκα σε λίμνες ποταμιών ή και σε αυλάκια που προορίζονταν για το πότισμα των περιβολιών με το σαπούνι που παρασκεύαζε η μάνα μου ή και στο καζάνι ακόμη με τη φωτιά να καίει διαρκώς για την υπόλοιπη μπουγάδα του σπιτιού, ήπια δροσερά νερά πηγών από κεραμίδια τρεχούμενα, κοιμήθηκα σε πλαγιές βουνών έχοντας ως στρώμα τις πευκοβελόνες και για σεντόνι τον έναστρο ουρανό, φόρεσα τα παντελόνια καμπάνα, έζησα το εξαήμερο σχολείο και την υποχρεωτική εξομολόγηση, χόρτασαν οι παλάμες μου τον χάρακα του δασκάλου, έζησα τους πόθους, τις λαχτάρες και τις πεθυμιές του νυφοπάζαρου τα Σαββατόβραδα στην παρακείμενη κωμόπολη, έδωσα εξετάσεις για να περάσω από το Δημοτικό στο Γυμνάσιο, έδωσα εξετάσεις από το Γυμνάσιο για να περάσω στο Λύκειο, φόρεσα το πηλήκιο από την πρώτη Γυμνασίου έως το τέλος του και μάλιστα με αριθμό καρφιτσωμένο επάνω του για να είμαι αναγνωρίσιμος σε τυχούσες ατασθαλίες, έζησα την εποχή του περάσματος της βελόνας στα σύκα φτιάχνοντας τσαπέλες, ανέβηκα σε τρακτέρ μεταφέροντας τσουβάλια ελαιοκάρπου στα λιοτρίβια, έζησα τα μεσημέρια όπου ως κυρίως πιάτο στο σπίτι είχαμε μόνο το καρπούζι με τυρί, μπήκα σε λεωφορεία παλαιού τύπου διανύοντας διαδρομές όρθιος επί πολλές ώρες και για μακρινές αποστάσεις χωρίς να νοιώθω την παραμικρή κούραση, έζησα την εποχή του βινυλίου, τη μυρωδιά του εξωφύλλου του και την ιεροτελεστία τοποθέτησής του στο πικάπ, παραβρέθηκα σε πολλές ακροάσεις-εκτιμήσεις δίσκων καταθέτοντας γραπτώς και τεκμηριωμένα την άποψή μου καθώς και σε αρκετές κριτικές επαρχιώτικου θεάτρου, έζησα την εποχή που με ξεψείριαζε η μάνα μου για ώρες πολλές τις νύχτες, είδα στον καθρέφτη μετά από ημέρες τα σημάδια στο κορμί μου που είχαν απομείνει εκεί από τις βεντούζες προκειμένου να τραβήξουν τα κρυολογήματα.
Έζησα, έζησα, έζησα. Έζησα αυτά και πολλά-πολλά άλλα ακόμη διότι είχα την τύχη να τα προλάβω. Με αρκετές δεκαετίες επαρχιακού φορτίου στους ώμους μου έχω το δικαίωμα (νομίζω) να κεφαλαιοποιώ αισθητικώς τη νοσταλγία αυτών με τρόπο πάντα εύσχημο, όμως για λόγους συγγραφικής αλλά και ιδεολογικής ευσυνειδησίας να σημειώσω εδώ ότι καθ’ ον χρόνο ζούσα τα παραπάνω, έτρεφα την ελπίδα ότι κάποια στιγμή θα μπορούσα να υπεκφύγω κιόλας. Τώρα όμως από τη θέση πολυτελείας που κατέχω, μου παρέχεται η ευκαιρία να υποστηρίζω ότι τότε που συνέβαιναν αυτά ήμουν πολύ μικρός για να γνωρίζω.
Μόνο στη Ρόδο: Αποστόλου Παύλου 50 (Ανάληψη)-Βενετοκλέων (Στάδιο ΔΙΑΓΟΡΑΣ)-Ρόδου-Λίνδου (ύψος ΙΚΑ)-Λεωφόρος Κρεμαστής – Πηγές Καλλιθέας (από Μάιο-Οκτώβριο) & catering Γάμοι-Βαπτίσεις, Συνέδρια, Εκδηλώσεις