Εξ ιδίας βουλήσεως πάντως όχι, ‘άνωθεν’ επεβλήθησαν οι περιορισμοί, οι απαγορεύσεις, τα πρόστιμα, η βία, η στέρηση ελευθερίας, η ελεγχόμενη κίνηση, προκειμένου να ‘συνετισθούν’ ορισμένες κοινωνικές ομάδες, κι όλα αυτά ‘για το καλό’ μας. Οι άνθρωποι πλέον – με αφορμή τον κορωνοϊό – δεν ζούμε μαζί, δεν ανταλλάσουμε απόψεις, δεν συνδημιουργούμε, κι αυτό σιγά-σιγά πολύ φοβούμαι ότι συν τω χρόνω όλο και πιο πολύ θεριεύει. Κι αν κάποτε ο τρόμος του ιού εκλείψει, ποτέ δεν θα είμαστε όπως πριν, η ενστάλαξη του φόβου στις ψυχές πολλών (ειδικά εκείνων των συνανθρώπων μας οι οποίοι – κατά τις έρευνες αποτελούν και το μεγαλύτερο ποσοστό κι αυτό προσδιορίζεται στα κατώτατα μορφωτικά στρώματα της κοινωνίας – ποτέ δεν θα ξεπεράσουν τις φοβίες, τις ανασφάλειες, την έλλειψη εμπιστοσύνης σε κάθε τι που τους προτείνεται ως λύση-διευκόλυνση της ζωής τους, διατηρώντας πάντα επιφυλάξεις, αμφιβολίες, ανασφάλειες και αποστάσεις, επειδή ο φωλιασμένος τρόμος σε κάθε τους κοινωνική εκδήλωση θα αναταράσσεται ως ραγισμένο γυαλί, ενθυμίζοντάς τους το εφιαλτικό τους παρελθόν.
Αποτέλεσμα αυτών είναι το να μοιραζόμαστε τις στιγμές μας με αυξημένη προσοχή και επιλεκτικότητα. Αποτέλεσμα αυτών είναι να έχουμε ‘απωλέσει’ φίλους οι οποίοι αν κι εξακολουθούν να παραμένουν στην ιδία τους διεύθυνση, είναι παντελώς αποκομμένοι από το σώμα της κοινωνίας η οποία σε κάποια (ορισμένη) στιγμή τους απέβαλε με την κατάταξή τους στους αμφισβητίες, δημιουργώντας κατ αυτόν τον τρόπο δυο στρατόπεδα: εκείνο των ‘υπάκουων’ και με τα ‘νερά’ της πλειοψηφίας πορευόμενο και το άλλο των ‘παρακατιανών’, αποστερώντας τους μάλιστα και τον δημόσιο διάλογο επικαλούμενη το επικρατούν ‘εμπόλεμο’ κλίμα και τα στενά χρονικά περιθώρια που ετίθεντο.
Έτσι λοιπόν ‘εκπαιδευόμενοι’, τον ελεύθερο χρόνο μας καθενός εξ ημών τον διαθέτουμε αποκλειστικά και μόνο στο σπίτι, σ’ ένα επιμελώς τακτοποιημένο σαλόνι αναμένοντας τους ‘καλεσμένους’ μας οι οποίοι έχουν υποβληθεί σε όλα τα απαραίτητα ιατρικά τεστ τηρώντας επακριβώς τα προβλεπόμενα πρωτόκολλα, ως τρόφιμοι κάποιας καλοκαιρινής κατασκήνωσης στην οποία άπαντες γνωρίζουν τη δύναμη των σχέσεων που αναπτύσσεται μεταξύ των με το να κοιμούνται μεν στον ίδιο ενιαίο χώρο αλλά να διατηρούν τις απαιτούμενες αποστάσεις, να τακτοποιούν στην εντέλεια τα κρεβάτια τους λες και πρόκειται για ξαφνικό πρωινό έλεγχο φρουράς του στρατού, ο χρόνος να περνά ανεκμετάλλευτος και αξόδευτος φοβούμενοι άπαντες τον ιό, γιατί πού ξέρεις μπορεί με μια και μόνο κίνηση παραπάνω ίσως και να καιροφυλακτεί, όπως μεταδίδουν τα μέσα ενημέρωσης!.. Μεγαλύτερη πάντως τρομοκρατία από το να αρχίζουν τα δελτία τους τα δύο κρατικά κανάλια, μήνες τώρα (ΕΡΤ1 και ΕΡΤ3) έχοντα… ως πρώτο θέμα τους ένδεκα τροφίμους γηροκομείου οι οποίοι κατέληξαν ‘επειδή ήσαν ανεμβολίαστοι’, το εάν ‘ανέβηκαν’ ή ‘κατέβηκαν’ από το διαδίκτυο τα πορνοβίντεο του κυρίου Παναγιωτόπουλου ως δεύτερο θέμα, και ως τρίτο και τελευταίο τις ‘απειλές του Ερντογάν με την καθημερινή κατάρρευση του νομίσματος της χώρας του’, δεν μπορεί να υπάρξει. Απορώ κι αναρωτούμαι: καλά, κανένας από τους κυβερνώντες – αυτοί καθορίζουν τα των καναλιών προβαλλόμενα – δεν παρακολουθεί Ευρωπαϊκά τηλεοπτικά μέσα για να έχει μια εικόνα, του πως δηλαδή οι ειδήσεις αξιολογούνται, σε ποιον βαθμό κατηγοριοποίησης και συχνότητας προβάλλονται τα γεγονότα, αλλά και ο στόμφος με το ύφος (που έχει υιοθετηθεί από τα Ελληνικά) δεν παρατηρείται στα Ευρωπαϊκά τοιαύτα; Ο κορωνοϊός κάποια στιγμή ( όσο μεταλλάσσεται εξασθενεί, αυτό συμβαίνει με όλους τους ιούς τονίζουν επιστήμονες διεθνούς κύρους), θα μας ‘εγκαταλείψει’. Τότε λοιπόν, γιατί εκτίθενται οι σημερινοί από τηλεοράσεως κύριοι καθηγητές δίδοντας την εικόνα στο Ελληνικό ακροατήριό τους ότι θα παραμείνει μόνιμος να ταλαιπωρεί;
Η Ελληνική κυβέρνηση είναι η πρώτη μεταξύ των Ευρωπαϊκών η οποία υιοθετεί, τηρεί και εφαρμόζει τα εις το Ισραήλ διαδραματιζόμενα όσον αφορά στον κορωνοϊό. Μα είναι δυνατόν 150 υποψήφιοι νοσοκομειακοί ιατροί Ισραηλινοί να υποβληθούν στην τέταρτη (ως αναμνηστική κι αυτή) δόση και να αποτελέσουν το σημείο αναφοράς κάτι το οποίο αναμένει η Ελληνική πολιτεία προκειμένου να πράξει το ίδιο;
Γι αυτό λοιπόν ανάγκη είναι να παρακολουθούμε όσα επισήμως, διεθνώς και από τον παγκόσμιο οργανισμό υγείας ανακοινώνονται τηρώντας τα κατά γράμμα χωρίς να πανικοβαλλόμαστε, αρχίζοντας σιγά-σιγά και με προσοχή να ξανοιγόμαστε σε πιο πολλές, πιο αυθόρμητες αλλά και πιο συχνές συναντήσεις υπενθυμίζοντας στους φίλους που είχαν ‘αποστασιοποιηθεί’- όχι με δική τους βέβαια ευθύνη – ότι εδώ είμαστε ξανά έτοιμοι να βρεθούμε, ζώντας την καθημερινότητά μας και τη ζωή που μας αξίζει την οποία κάποιοι κάποτε αποπειράθηκαν να μας ανακόψουν. Μετρώντας δε το αντίκτυπο αυτών στις ζωές μας να αντικατοπτρίζεται, σίγουρα θα είναι αργό μεν αλλά σταθερά ανερχόμενο και θεαματικό.