iporta.gr

«Να’σαι ο Διγενής”, του Δημήτρη Μπρούχου

Κι όμως… Υπάρχουν ακόμα ιδανικά… Μπορεί προς στιγμήν να ξεχνάμε την ύπαρξή τους, να υποτιμούμε τον ρόλο που διαδραματίζουν στη δια-μόρφωση της εθνικής μας ταυτότητας, να τα λοιδορούμε και να απομακρυνόμαστε από την «αναχρονιστική» παρουσία τους στη μετα-μετα-μοντέρνα-και καλά-ζωή μας, μέχρι τη μοιραία στιγμή που θα χτυπήσει και πάλι η καμπάνα κάποιου χωριού ή μιας πόλης, αναγγέλλοντας  έναν ακόμα θάνατο από την αναμέτρησή του στα μαρμαρένια αλώνια με την τιμή και το χρέος. Την Τιμή και το Χρέος, που κάποιοι, για κάποιον λόγο από τα παιδικάτα τους κουβαλούν στο κύτταρό τους, επιλέγοντας στη ζωή τους έναν ρόλο και θέτοντάς τον στην υπηρεσία του παμμεγίστου των ιδανικών, αυτού της Πατρίδας!

Είχα την τύχη και το προνόμιο, από τα μαθητικά μου χρόνια να συναναστραφώ με συμμαθητές μου αλλά και συνομηλίκους μου, που προετοιμάζονταν για τις παραγωγικές Σχολές των Ενόπλων Δυνάμεων. Όλοι α-νεξαιρέτως είχαν την ίδια λάμψη στο βλέμμα, το ίδιο πείσμα, την ίδια επιμονή, την ίδια επιμέλεια, προκειμένου να κάνουν το όνειρό τους πραγματικότητα. Και το όνειρό τους βέβαια δεν ήταν να εκπαιδευτούν για να σκοτώνουν «εχθρούς» μα να μπορέσουν να μορφωθούν και να αποκτήσουν εφόδια προκειμένου να υπηρετήσουν την Ιδέα και το Όραμα αυτού που διαχρονικά αποκαλούμε Πατρίδα.

Σ’ ένα  νωθρό σήμερα, άχρωμο από οτιδήποτε διαφοροποιείται από το μαζικό και το ομιχλώδες, αυτοί οι νέοι, γνωρίζοντας ότι η ζωή τους κοστολογείται στην ευτέλεια ενός χιλιάρικου το μήνα, που αποχωρίζονται καθημερινά με αβέβαιη πρόγνωση γονιούς,γυναίκες, παιδιά και μια πιθανή τρυφηλή ζωή στην ασφάλεια μιας συμβατικής καριέρας, επιλέγουν το ρόλο του Διγενή και την καθημερινή αναμέτρηση με το θάνατο, προασπίζοντας την Ελευθερία, την Αξιοπρέπεια, την Αυτονομία και την Ανεξαρτησία την ίδια, για την οποία θυσιάστηκαν οι πολεμιστές του Μαραθώνα και των Θερμοπυλών, οι Σαλαμινομάχοι, οι Αγωνιστές της Εθνεγερσίας και του Έπους, όσο του Μακεδονικού Αγώνα και της Εθνικής Αντίστασης ενάντια στον βάρβαρο καταχτητή, υπεραμυνόμενοι του πατρίου εδάφους, των βωμών, των εστιών, αρχών, αξιών, πίστεως και πατρίδος.

Όλους αυτούς, «κάποιοι» ανερυθρίαστα τους ονομάζουν «στρατόκαυ-λους». Κρίμα!…

Και μετά, φτάνει ο ήχος μιας καμπάνας, για να εξορύξει κροκοδείλια δάκρυα και μεγαλόστομες φράσεις «συμπάθειας» από τους ίδιους… Πόσο στ’ αλήθεια υποκριτικό…

Στη φιγούρα και στα μάτια του σμηναγού Μπαλταδώρου χθές αλλά και του Ηλιάκη και του Γιαλοψού και του Καραθανάση και του Βλαχάκου, αναγνωρίζω το βλέμμα των συμμαθητών μου Ικάρων, Ναυταίων, Στραταίων, που με τ’ όνειρό τους συλλογικό  πρόταγμα του λαού που τους γέννησε, δώσαν «τον αγώνα τον καλόν» και με το ξίφος-σύμβολο Τιμής, ενεδύθησαν την Στολή του Χρέους και υπηρέτησαν με αυταπάρνηση και κάποιοι «έπεσαν», προασπίζοντας τα ιδανικά τους για την… «Φιλτάτην, Ιερά πλην Τρισάθλια  Πατρίδα»!

Δυστυχώς δεν είναι οι μόνοι. Ευτυχώς θα υπάρξουν και άλλοι. Όσο απο-τρόπαιο κι αν ακούγεται αυτό, στην εποχή της «ένοπλης ειρήνης» που ζούμε, μόνο τα ζωντανά παραδείγματα θανάτου (καλώς ή κακώς) μας αφυπνίζουν έστω πρόσκαιρα από τον λήθαργο της ραστώνης.

Τις προάλλες η Τζίνα κοινοποίησε ένα θέμα «Αν ήταν παιδιά μου…», θέλοντας τις σκέψεις μας σε 150 λέξεις, σχετικά με τα φυλακισμένα παιδιά μας στην Αδριανούπολη.

Ξεκίνησα πολλές φορές να γράψω κάτι μα το χέρι βάραινε αμήχανο.

Απ’ αφορμή τον θάνατο του σμηναγού Μπαλταδώρου, το μόνο που αισθάνομαι την ανάγκη να πράξω, είναι να αποθέσω ευλαβικά στη μνήμη τους σαν λουλούδια τ’ Απρίλη, τα λόγια των γονιών τους και όλων των γονιών που θρήνησαν τα σπλάχνα τους βουβά και κατάφεραν να κρατήσουν το ανάστημα της περηφάνιας τους για κείνα:

«Είμαστε περήφανοι, που η Πατρίδα μας αξίωσε να της προσφέρουμε ό, τι πολυτιμότερο μας χάρισε ο Θεός».

Κάπως έτσι δικαιώνεται ο στίχος του Καβάφη:

«Τιμή σ’ εκείνους όπου στη ζωή των ώρισαν  να φυλάγουν Θερμοπύλες…», που ανάθεμα κι αν του δώσαμε ποτέ βάση…

Δημήτρης Μπρούχος