iporta.gr

Μάγια Μελάγια: Ήταν κάποτε ένας θρύλος…, του Άγγελου Κουτσούκη

Ο  Άγγελος Κουτσούκης είναι Ραδιοφωνικός Παραγωγός και Δημοσιογράφος.

Βιβλιοπρόταση: Άγγελος Κουτσούκης: “Ο άνθρωπος που έμενε στον Φάρο” από τις εκδόσεις Φίλντισι

Μάγια Μελάγια: Ήταν κάποτε ένας θρύλος…

 

Catering-Συνέδρια-Γάμοι-Βαπτίσεις-Εκδηλώσεις

Απ.Παύλου 50 (Ανάληψη)-Βενετοκλέων (Στ.Διαγόρας)-Ρόδου-Λίνδου (ΙΚΑ)-Λεωφ.Κρεμαστής-Πηγές Καλλιθέας (Μάϊος-Οκτώβριος)

Η όλο ανατροπές ζωή, οι εμβληματικοί άνδρες που έπεφταν στα πόδια της, η μοναδική λάμψη της γυναίκας που σημάδεψε μια εποχή αθωότητας και γοητείας.

Η ιστορία λέει ότι «βγήκε» στο τραγούδι το 1946. Μεσουράνησε στις πίστες και στις θεατρικές σκηνές στην δεκαετία του ΄50 και στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ΄60. Αν ψάξετε στο διαδίκτυο, ελάχιστα βιογραφικά στοιχεία θα βρείτε. Στα λίγα όμως, δημοσιεύματα, δίπλα στο όνομά  της, θα φιγουράρουν, πάντα, οι λέξεις: «λαμπερή», «πληθωρική», «εντυπωσιακή». Η Μελπομένη Τσιριγώτη, όπως είναι το κανονικό όνομά της, δίνει την εντύπωση ότι πέρασε με ταχύτητα πυραύλου εκείνα τα χρόνια, άφησε πίσω της ένα εντυπωσιακό θέαμα που θυμούνται όσοι το είδαν, άφησε, επίσης, αρκετές ηχογραφήσεις και χάθηκε στο διάστημα ανάμεσα στα άλλα αστέρια.

Το αξιοσημείωτο είναι ότι ενώ η Μάγια Μελάγια έχει αποσυρθεί γύρω στα 50 χρόνια, χωρίς καμιά ουσιαστική δισκογραφία, το όνομά της περνάει από γενιά σε γενιά, συνώνυμο της ομορφιάς, του λαμπερού, του πληθωρικού, του γλεντιού, ενός «γκλάμουρ», που προσωπικά, πολύ αμφιβάλω αν υπήρξε στην Ελλάδα.

Κάπως έτσι, χρόνια πριν, έφτασε και σε μένα το όνομά της. Δεν την είδα ποτέ στην τηλεόραση, αλλά άκουσα κάποιες από τις ηχογραφήσεις της σε κάποια από τα κλασικά, πια, αρχοντορεμπέτικα που αναβίωσαν στα χρόνια της δεκαετίας του ΄80, μέσα από τον δίσκο «Το τραμ το τελευταίο», με την φωνή της Βίκυς Μοσχολιού. Η μπάσα φωνή της κάθε άλλο παρά παρέπεμπε στο «ελαφρό» τραγούδι της δεκαετίας του ΄50 και είχε μια εντυπωσιακή στιβαρότητα.

Το θέμα «Μάγια Μελάγια» θα είχε σταματήσει κάπου εδώ για μένα, αν το 1993, δεν έπεφτε η ιδέα στην δισκογραφική εταιρεία που εργαζόμουν τότε, να γίνει μια σειρά δίσκων με τις «παλιές» τραγουδίστριες πού άφησαν εποχή. Όλα αυτά, λόγω της επιτυχημένης αναβίωσης εκείνη την εποχή των κινηματογραφικών τραγουδιών. Ανάμεσα στα ονόματα που έπεσαν στο τραπέζι, ήταν φυσικά και αυτό της Μάγιας Μελάγια. Παρέα με τον Παναγιώτη Φύτρα, που την γνώριζε, πήγαμε στο σπίτι της στην Αγίου Μελετίου. Έτσι γνώρισα «τον θρύλο», πού ήταν εκείνη την εποχή μια ώριμη, γοητευτική  ξανθιά κυρία γύρω στα 60 κάτι. Κοινωνική, συζήτησε μαζί μας την πρόταση που φέρναμε. Να κάνει, δηλαδή, έναν δίσκο με τα τραγούδια που πρωτοτραγούδησε και την έκαναν διάσημη. Αρνήθηκε! «Αυτά τα τραγούδια τα είπα όταν ήμουν 20 χρονών. Τα τραγούδησε μια νέα γυναίκα. Θα ήταν γελοίο να τα ξαναπώ σήμερα», μας είπε χαμογελώντας. Ήθελε όμως, να γίνει ο δίσκος. Στην απορία μας τι θα περιείχε αυτός ο δίσκος, χαμογέλασε με μυστήριο και έφυγε για λίγο από το δωμάτιο. Γύρισε σύντομα, κρατώντας στα χέρια έναν δίσκο βινυλίου. «Αυτόν εδώ, τον ηχογράφησα σε ένα επαγγελματικό ταξίδι στην Νότια Αφρική. Δεν έχει εκδοθεί ποτέ στην Ελλάδα. Μπορούμε νε χρησιμοποιήσουμε αυτές τις ηχογραφήσεις», μας είπε απλά. Πιάνοντας τον δίσκο στα χέρια μου, διαπίστωσα ότι περιείχε κάποια πολύ γνωστά ελληνικά τραγούδια, που δεν ξέραμε καν ότι υπάρχουν με την φωνή της.

«Ροδόσταμο», «Σ΄ αγαπώ, σ΄ όλες τις γλώσσες», «Νύχτα μου όμορφη», «Το πεπρωμένο μου», «Τα ξένα χέρια». Οι ηχογραφήσεις ήταν «καθαρές» και αποκάλυπταν μια συγκλονιστική τραγουδίστρια στην ωριμότητά της. Το βασικό υλικό είχε βρεθεί. Πήραμε και τις σχετικές άδειες για κάποιες από τις μεγάλες της επιτυχίες όπως το «Αλα της» και το «Σήκω παιδί μου και σπάστα» και το περιεχόμενο του καινούργιου δίσκου ήταν έτοιμο! Στις επόμενες επισκέψεις ψάξαμε παλιές φωτογραφίες της που θα πλαισίωναν την έκδοση και βρεθήκαμε μπροστά σε έναν θησαυρό για κάποιον ιστορικό του ελληνικού τραγουδιού. Φωτογραφίες με την Σοφία Λόρεν, που η ίδια η Μελάγια της είχε διδάξει πώς να τραγουδήσει το περίφημο «Τί είναι αυτό που το λένε αγάπη» στην ταινία «Το παιδί και το δελφίνι», φωτογραφίες με τον Κλίφτον Γουέμπ, με τον Αλαν Λαντ, τον Αριστοτέλη Ωνάση, τον Σοφοκλή Βενιζέλο, με την Μελίνα Μερκούρη και τον Ζυλ Ντασσέν. Και σε όλες τις φωτογραφίες, ντυμένη με φορέματα πού έμοιαζαν να έχουν βγει από Χολιγουντιανή ταινία. Μια πανέμορφη γυναίκα, χωρίς τίποτα το ψεύτικο πάνω της.

Είχε κρατήσει και κάποιες κριτικές, κυρίως από το εξωτερικό, που γράφτηκαν γι΄ αυτήν. Διαλέξαμε μια πού μπήκε στο οπισθόφυλλο του άλμπουμ, χωρίς να την μεταφράσουμε. Ανάμεσα στα άλλα έλεγε:  «Today glamorous Maya is one of the top stars in Greece… Maya it was who first sang «Boy on a Dolphin and made it a hit. When the film was made. Maya taught the song to Sophia Loren»…

Ένα άλλο δημοσίευμα έλεγε την ιστορία με το θέατρο της Επιδαύρου και την Κατίνα Παξινού: «Πολλά μέτρα από το θέατρο της Επιδαύρου, Κυριακή απόγευμα, ο χωροφύλακας σταματάει ένα αυτοκίνητο Ι.Χ. Που οδηγεί κάποια κυρία και της λέει:

Ως εδώ μαντάμ, παραπέρα απαγορεύεται»…

-«Μα είμαι κ. χωροφύλακα η Κατίνα Παξινού, έχω παράσταση, αν δεν πάω αμέσως στο θέατρο δεν γίνεται η εκδήλωση».

-«Δεν ξέρω ποιά είστε κυρία μου και δεν με νοιάζει το θέατρο. Εγώ είμαι εδώ για να σταματάω τον κόσμο επειδή έχουμε… Φεστιβάλ. Από θέατρο δεν μας είπανε λέξη. Πάντως, περιμένετε να φωνάξω τον κ. προϊστάμενο»…

Φτάνει σε λίγο ο ενωμοτάρχης, απευθύνεται στην κυρία και ρωτά:

-«Τι θέλετε μαντάμ»;

-«Θέλω να πάω αμέσως στο θέατρο. Είμαι η Κατίνα Παξινού»….

-«Δεν μ΄ ενδιαφέρει κυρία μου, δεν περνάς, ούτε η Μάγια Μελάγια να είσαι! Έχουμε εντολές εμείς»!

Αληθινό το περιστατικό ή όχι, δεν μπορούμε να το επιβεβαιώσουμε σήμερα. Γράφτηκε πάντως στις περισσότερες από τις εφημερίδες της εποχής. Η Μάγια Μελάγια, ακόμα και το 1994 που το διάβαζε γελούσε…

Στην φωτογραφία που κάναμε εξώφυλλο στο δίσκο, στο πίσω μέρος υπήρχε γραμμένη η ερωτική εξομολόγηση πού της έκανε ο Τώνης Μαρούδας. Αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε ότι τίποτα δεν είναι τυχαίο. Αυτή η γυναίκα έζησε δόξες και στιγμές, που ούτε μπορούμε να φανταστούμε εμείς οι νεώτεροι. Η μόνη της αγωνία, ήταν να μην χαθούν οι φωτογραφίες που μας έδωσε για να σκαναριστούν. Σιγά-σιγά, στις κουβέντες μας άρχισε να ξετυλίγεται η ζωή της. Ένοιωθα, από τις κουβέντες μας μια γυναίκα μοναχική και όχι ιδιαίτερα ευτυχισμένη. Παρ΄ όλα αυτά κάθισα κι έγραψα ένα σημείωμα για τον δίσκο πού ήταν το εξής:  «Ένα από τα πιο λαμπερά ονόματα που πέρασαν από το ελληνικό τραγούδι είναι η Μάγια Μελάγια. Μια τραγουδίστρια που το όνομά της άγγιξε τα όρια τού θρύλου από τα πρώτα της βήματα. Από τις αρχές της δεκαετίας του ΄50 ,το όνομα Μάγια Μελάγια σημαίνει κέφι, σημαίνει λάμψη, σημαίνει διασκέδαση χωρίς όρια. Ανήκει σε αυτό το καθαρόαιμο είδος γυναικών που μεσουράνησαν στα χρόνια του ΄50 και του ΄60 και η μυθολογία τους έμπαινε μπροστά από την φήμη τους. Ο Μύθος που την ακολουθεί πιστά, την θέλει να κυριαρχεί στις αθηναϊκές νύχτες και στις καρδιές των θαυμαστών της. Από τον Αλαν Λαντ μέχρι τον Αριστοτέλη Ωνάση η απόσταση είναι μεγάλη, αλλά και οι δύο βρέθηκαν μπροστά στα πόδια της. Τραγουδώντας «σήκω παιδί μου και σπάστα να γίνει ο κόσμος ανάστα», καταφέρνει, εκτός από μεγάλη επιτυχία, να χαρακτηρίσει μια εποχή με την αίσθηση, που οι άνθρωποί της ήξεραν να ζουν μια ζωή, έτσι κι αλλιώς εφήμερη. Το μέτρο της εποχής το δίνει πάντα η Μάγια Μελάγια. Και ξαφνικά, εκεί που όλα δείχνουν να περιστρέφονται γύρω της, φεύγει χωρίς να αφήσει πίσω της σημάδια. Η Αμερική είναι ο τόπος που διαλέγει να ζήσει, αφήνοντας πίσω της τραγούδια και εικόνες που την περνούν στα όρια του θρύλου. Η παρουσία της υπάρχει και δυναμώνει χωρίς αυτήν. Αυτό ίσως, να σημαίνει μύθος, τελικά. Τα χρόνια περνούν και η Μάγια Μελάγια επιστρέφει στην Ελλάδα. Η ίδια έχει ξεχάσει το τραγούδι, αλλά το τραγούδι δεν την έχει ξεχάσει. Το όνομά της έχει γίνει συνώνυμο της λαμπερής ομορφιάς, της τραγουδίστριας που άναβε φωτιές στο πέρασμά της και η γεμάτη νεύρο φωνή της έχει περάσει στους νεώτερους, ερήμην της»…

Μετά την κυκλοφορία του δίσκου, κανονίστηκε να πάει σε κάποιες τηλεοπτικές εκπομπές. Ανάμεσά τους ήταν και η πρωινή που έκανε τότε ο Ανδρέας Μικρούτσικος. Πολύ ευγενικά, από την παραγωγή ρώτησαν ποιους θα ήθελε η κυρία Μελάγια να μιλήσουν γι΄ αυτήν. Όταν της το μετέφερα, με μια έντονη λάμψη στα μάτια μου απάντησε:

«Ο Γιώργος Μουζάκης».

-«Κανείς άλλος»;

-«΄Οχι, μόνο αυτός»!

Ο Γιώργος Μουζάκης είπε, βέβαια, τα καλύτερα γι΄αυτήν και κάπου εκεί κατάλαβα ότι μεταξύ τους υπήρξε ένας μεγάλος έρωτας! Με την ασφάλεια των χρόνων που είχαν περάσει από τότε, την ρώτησα με την σειρά μου γιατί τα παράτησε όλα και έφυγε από την Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του ΄60. Μου είπε λοιπόν, για την μεγάλη της ερωτική  ιστορία με τον μαέστρο και για το πόσο την ζήλευε. Την ζητούσε ο Μανώλης Χιώτης να ηχογραφήσει τραγούδια του και εκείνος της το απαγόρευε. Τον αγνόησε, στην αρχή της σχέσης τους, μερικές φορές, και ευτυχώς γιατί υπάρχουν κάποια τραγούδια του Χιώτη  με την φωνή της, όπως το περίφημο «Σκότωσέ με». Μετά, όμως, ο Γιώργος Μουζάκης ήταν απόλυτος και κάπως έτσι δεν ξανασυνεργάστηκε με άλλους συνθέτες. Στα χρόνια που ακολούθησαν, προφανώς, η σχέση γινόταν όλο και πιο καταπιεστική και έτσι, όταν χώρισαν, εκείνη τα παράτησε όλα κι έφυγε από την Ελλάδα.

Η Μάγια Μελάγια πήγε στην Αμερική, όπου ξεκίνησε να τραγουδά στα ελληνικά μαγαζιά και έκανε δεύτερη καριέρα. Κάποια στιγμή παντρεύτηκε εκεί και μπορεί να ήταν ακόμα στην Αμερική, αν δεν χήρευε. Έπαθε ένα εγκεφαλικό επεισόδιο και η υγεία της χειροτέρευε. Επέστρεψε στην Ελλάδα. Το τραγούδι πια το είχε σταματήσει, αλλά εξακολουθούσε να το λατρεύει. Παρ΄ όλη την φήμη και την λάμψη της η Μάγια Μελάγια υπήρξε ένας άνθρωπος χαμηλών τόνων. Όταν της ζήτησα να γράψει ένα σημείωμα για τον δίσκο, έγραψε το εξής: «Το τραγούδι, η ζωή μου ολόκληρη. Του έκανα απιστίες. Κι αυτό με συγχώρεσε».

Η Μάγια Μελάγια έφυγε από την ζωή στις 27 Δεκεμβρίου του 2014. Η πιο καλή της φίλη, η Σπεράντζα Βρανά, είχε φύγει λίγα χρόνια νωρίτερα, το 2009.

Μπορεί η ζωή να της χάρισε πολλά, αλλά της πήρε από κοντά της αυτούς που αγάπησε. Κι αν η ζωή της μοιάζει λίγο με Χολιγουντιανή ταινία, μπορεί και να μην είναι τυχαίο. Αν αυτή η θρυλική καλλιτέχνιδα είχε γεννηθεί στην Αμερική, είναι σίγουρο, ότι θα βλέπαμε την ζωή της να γίνεται ταινία.

Και όπως  έγραψε η Αργυρώ Μποζώνη γι΄αυτήν:

΄΄Η Μάγια Μελάγια ζούσε μέσα στην αντίθεση της δημόσιας και της ιδιωτικής της εικόνας. Πάνω στη σκηνή ήταν μία ντίβα, απίστευτα σέξι και γοητευτική. Μια γυναικάρα με τα όλα της. Κάτω από τη σκηνή ήταν μία λαϊκή γυναίκα, πραγματικό μαγκάκι, ντόμπρα και αληθινή, που δεν έδινε καμία σημασία στο σεξαπίλ της. Τη χαρακτήριζε ένα βιτριολικό χιούμορ, το οποίο πρώτα απ’ όλα έστρεφε προς τον εαυτό της. Είχε δηλαδή μία μοναδική ικανότητα να αυτοσαρκάζεται. Δεν είχα τη χαρά να τη γνωρίσω, αλλά μέσα από τις διηγήσεις του συγγραφέα του έργου, του Γιώργου Βασιλειάδη, που υπήρξε στενός της φίλος, και παρατηρώντας καλύτερα κάποιες συνεντεύξεις της ανακάλυψα μία γυναίκα που ήταν ερωτεύσιμη με έναν τρόπο που ερχόταν σε πλήρη ρήξη με όλα τα κλισέ που έχουμε στο μυαλό μας΄΄.