Το λεμφοίδημα άνω άκρου είναι μία από τις μακροχρόνιες επιπλοκές των γυναικών με καρκίνο του μαστού. Με δεδομένο ότι οι αυξάνονται οι γυναίκες με καρκίνο του μαστού που επιβιώνουν, η αντιμετώπισή του είναι καθοριστική για την ποιότητα ζωής τους.

Αν και πολυάριθμες μελέτες έχουν επιχειρήσει να προσδιορίσουν τη θεραπεία αλλά και τους προγνωστικούς παράγοντες για το λεμφοίδημα του βραχίονα, ωστόσο το μέγεθος των συσχετίσεων παραμένει ασυνεπές. Σε μια συστηματική ανασκόπηση 72 μελετών με τη συμμετοχή 29.612 γυναικών με καρκίνο του μαστού, λεμφοιδημα άνω άκρου εμφάνισε το 17%, συνήθως τα δύο πρώτα χρόνια μετά τη διάγνωση του καρκίνου. Εκτιμάται ότι  τα 3/4 των γυναικών με καρκίνο του μαστού, θα αναπτύξουν λεμφοίδημα κατά τα πρώτα 2 με 3 μετεγχειρητικά χρόνια.

Το λεμφοίδημα έχει 4 κλινικά στάδια

-Υποκλινικό λεμφοίδημα

-Ήπιο λεμφοίδημα

-Μέτριο λεμφοίδημα

-Σοβαρό λεμφοίδημα

Σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε στο PubMed ο κίνδυνος εμφάνισης λεμφοιδήματος άνω άκρου μετά από επέμβαση καρκίνου του μαστού, εξαρτάται από παράγοντες όπως:

-Έκταση του χειρουργείου μαστεκτομής ή ογκεκτομής

-Έκταση μασχαλιαίου καθαρισμού ή αφαίρεση μόνο του φρουρού λεμφαδένα

-Ακτινοθεραπεία

-Παρουσία θετικών διηθημένων λεμφαδένων

Σε αυτήν τη συστηματική ανασκόπηση, η συχνότητα λεμφοιδήματος ήταν περίπου τέσσερις φορές υψηλότερη σε γυναίκες που υποβλήθηκαν σε μασχαλιαίο λεμφαδενικό καθαρισμό σε σύγκριση με όσες υπέστησαν μόνο βιοψία φρουρού.

Αν αφαιρεθούν πάνω από 14 λεμφαδένες σε ασθενή με καρκίνο του μαστού ελλοχεύει πιθανότητα εμφάνισης λεμφοιδήματος 9,5% έναντι 6% όταν αφαιρούνται λιγότεροι. Όσο μεγαλύτερος είναι ο όγκος του καρκίνου του μαστού τόσο αυξάνεται η πιθανότητα εμφάνισης λεμφοιδήματος. Την πιθανότητα εμφάνισης αυξάνει και η χορήγηση επικουρικής χημειοθεραπείας  Ακόμη και η νεοεπικουρική δηλαδή η προεγχειρητική χημειοθεραπεία αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης λεμφοιδήματος σε ασθενή με καρκίνο του μαστού.

Είναι αισιόδοξο το γεγονός ότι η σύγχρονη χειρουργική αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού δεν επιβάλλει αυτόματα λεμφαδενικό καθαρισμό της μασχάλης σε γυναίκες  με κλινικά αρνητικούς μασχαλιαίους λεμφαδένες. Οι περισσότερες υποβάλλονται πλέον σε βιοψία λεμφαδένα φρουρού, η οποία σχετίζεται με σημαντικά χαμηλότερο κίνδυνο λεμφοιδήματος σε σύγκριση με τον λεμφαδενικό καθαρισμό. Οι ασθενείς με καρκίνο του μαστού που υποβάλλονται σε μακρόχρονες χημειοθεραπείες με συνδυασμό πολλών χημειοθεραπευτικών φαρμάκων τίθενται σε συνεχή επιτήρηση για πιθανή εμφάνιση λεμφοιδήματος.

Τυχαιοποιημένες μελέτες σε 891 γυναίκες οι οποίες συνέκριναν τον λεμφαδενικό καθαρισμό των μασχαλιαίων λεμφαδένων με την αφαίρεση μόνο του φρουρού λεμφαδένα και συμπληρωματική ακτινοθεραπεία, διαπίστωσαν ότι δεν υπήρξε σημαντική διαφορά όσον αφορά στα ποσοστά τοπικής υποτροπής ή επιβίωσης χωρίς νόσο ή συνολικής επιβίωσης με καρκίνο του μαστού και περιορισμένη νόσο στους λεμφαδένες.  Τα ποσοστά λεμφοιδήματος ήταν παρόμοια μετά πέντε έτη από τη θεραπεία ενώ παράλληλα αναδείχτηκαν και άλλοι επιβαρυντικοί παράγοντες για την πιθανή εμφάνιση λεμφοιδήματος. Είναι η παχυσαρκία η μετεγχειρητική μόλυνση, ο τραυματισμός του άκρου, το σύνδρομο Mondor (θρομβοφλεβίτιδα, φλεγμονή μιας φλέβας ακριβώς κάτω από το δέρμα του μαστού που νόσησε  ή του θωρακικού τοιχώματος που εμφανίζεται σαν στενό  επώδυνο «κορδόνι»).

Πρώιμο και όψιμο λεμφοίδημα

Το λεμφοίδημα άνω άκρου που εμφανίζεται σε χρονικό διάστημα μικρότερο των 12 μηνών  από την χειρουργική επέμβαση σε γυναίκες με καρκίνο του μαστού, χαρακτηρίζεται ως πρώιμο λεμφοίδημα και  συσχετίζεται περισσότερο με τον λεμφαδενικό καθαρισμό των μασχαλιαίων λεμφαδένων. Αν το λεμφοίδημα άνω άκρου εμφανιστεί σε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 12 μηνών μετά την χειρουργική επέμβαση σε γυναίκες με καρκίνο του μαστού, χαρακτηρίζεται όψιμo λεμφοίδημα και συσχετίζεται και με την ακτινοθεραπεία της περιοχής. Η εμφάνιση λεμφοιδήματος αρκετά χρόνια μετά την χειρουργική επέμβαση χωρίς εμφανές τραύμα, εγείρει υποψίες για υποτροπή του καρκίνου του μαστού και πρέπει να αξιολογηθεί.

Πρόληψη στο λεμφοίδημα

Πρωτογενής. Προληπτικά μέτρα για να μην εμφανιστεί.

Δευτερογενής. Θεραπεία του λεμφοιδήματος σε πρώιμο στάδιο

Τριτογενής. Θεραπεία σε προχωρημένο στάδιο

-Στην πρωτογενή πρόληψη, οι ασθενείς πρέπει να:

-Παρακολουθούν τα άνω άκρα τους και να προχωρούν σε μετρήσεις.

-Διατηρούν καθαρά δέρμα και νύχια για την αποτροπή μολύνσεων ή τραυματισμών του δέρματος.

-Αναζητούν ιατρική θεραπεία για τυχόν κλινικά σημεία λοίμωξης.

-Ανυψώνουν το άκρο, όσο περισσότερο μπορούν.

-Να φορούν σωστά τοποθετημένα μανίκια διαβαθμισμένης συμπίεσης.

-Διατηρούν ιδανικό σωματικό βάρος.

Χειρουργικές προληπτικές λεμφοφλεβικές παροχετεύσεις (LYMPHA) βοηθούν τις ασθενείς υψηλού κινδύνου και έχει αποδειχθεί ότι μειώνουν τη συχνότητα εμφάνισης μετεγχειρητικού λεμφοιδήματος. Άσκηση, απώλεια βάρους, αυτο-χειροκίνητη λεμφική παροχέτευση (MLD) και εκπαίδευση για την πρόληψη του δευτερογενούς λεμφοιδήματος ωφελούν, ωστόσο διερευνάται ότι όντως μειώνουν τον κίνδυνο εμφάνισης δευτερογενούς λεμφοιδήματος. Οι διαρκώς βελτιωμένες τεχνικές της ακτινοθεραπείας στον καρκίνο του μαστού, κινούνται στην ίδια κατεύθυνση.

Σωστή παρακολούθηση

Πότε και πως πρέπει να παρακολουθείται μια γυναίκα που έχει υποβληθεί σε θεραπεία για καρκίνο του μαστού; Απάντηση σε αυτό το ερώτημα επιχειρούν να δώσουν  προοπτικά μοντέλα επιτήρησης (PSM) που έχουν στόχο  την έγκαιρη ανίχνευση του λεμφοιδήματος και οδηγούν σε έγκαιρη αποτελεσματική θεραπεία. Περιλαμβάνουν προεγχειρητική αξιολόγηση της θεραπείας του καρκίνου, καθορίζοντας  τις βασικές μετρήσεις του όγκου των άκρων και τη λειτουργική κινητικότητα της ασθενούς. Οι συσκευές μέτρησης ανιχνεύουν πρώιμες αλλαγές στη συσσώρευση υγρού στον ιστό.

Ο πρόωρος εντοπισμός του υποκλινικού λεμφοιδήματος διευκολύνει τη συντηρητική παρέμβαση και συνήθως μειώνει τις πιθανότητες εξέλιξής του σε χρόνιο προχωρημένο στάδιο. Η θεραπεία του λεμφοιδήματος σε πρώιμο στάδιο αυξάνει τα ποσοστά επιτυχίας και εξοικονομεί κόστος για την ασθενή και τα συστήματα υγείας, με την εφαρμογή συντηρητικών προγραμμάτων διαχείρισης: ρούχα συμπίεσης, εκπαίδευση για αυτοφροντίδα, ψυχοκοινωνική υποστήριξη και άσκηση.

Η ακριβής και έγκαιρη διάγνωση του λεμφοιδήματος και η αποτελεσματική θεραπεία του είναι πλέον δυνατές.  Η  λεμφολογία αποτελεί σημαντικό και διακριτό κλάδο στον οποίο μπορούν να εκπαιδευθούν  κλινικοί γιατροί από διαφορετικές ειδικότητες προκειμένου να αποκρυπτογραφήσουν το περίπλοκο  λεμφικό σύστημα, ιδίως την κυκλοφορία της λέμφου και τις διαταραχές της.

Η αναδυόμενη μοριακή λεμφολογία και η ιατρική ακριβείας προσαρμοσμένη στις ανάγκες κάθε ασθενή, εκτιμάται θα βελτιώσει θεαματικά την αντιμετώπιση του λεμφοιδήματος.