Φωτογραφία άρθρου: Λιθογραφία της Κλάρα Σούμαν – Clara Wieck 1838, του von Andreas Staub
Η Κλάρα το 1835, εποχή σύνθεσης του «Νυκτερινού»
(Λιθογραφία του Julius Giere)
Πλούσια η μέρα σήμερα σε επιλογές για κάποιον που θέλει να κάνει ένα αφιέρωμα σε ανθρώπους της Τέχνης…Σαίνμπεργκ, Κουν, Σουμάκ, Μωρίς Ζαρ…
Ανάμεσά τους, επιλέγω το πάθος, το ρομαντισμό, τον διάπυρο λυρισμό, που αναβλύζει από μια γυναικεία ψυχή!
13 του Σεπτέμβρη του 1819 γεννήθηκε στη Λειψία μια μεγάλη πιανίστα και συνθέτρια η Κλάρα Βικ-Σούμαν.
Ήταν ένα παιδί-θαύμα καθώς από την ηλικία των τεσσάρων έπαιζε πιάνο, που της δίδασκε ο μουσικός πατέρας της.
Στην εποχή της υπήρξε μια από τις πιο φημισμένες πιανίστριες στην Ευρώπη και συχνά την αποκαλούσαν: «Βασίλισσα του Πιάνου».
Μαθητής του πατέρα της ήταν και ο μετέπειτα μεγάλος συνθέτης του ρομαντισμού Ρόμπερτ Σούμαν, μεταξύ των οποίων αναπτύχθηκε ένας φλογερός έρωτας!
[Φημολογείται πως ο Ρόμπερτ όταν άκουσε την εννιάχρονη Κλάρα να παίζει πιάνο συγκλονίστηκε τόσο ώστε αποφάσισε να διακόψει τις νομικές σπουδές του και να ξεκινήσει μαθήματα μουσικής με τον πατέρα της, Φρήντριχ Βικ].
Παρότι ο πατέρας της δεν αποδεχόταν το δεσμό αυτό, το ζευγάρι παντρεύτηκε το 1840 και απέκτησαν 8 παιδιά.
Ωστόσο, η προσωπική ζωή της ήταν τραγική αφού έχασε τα τέσσερα από τα παιδιά της και επειδή είχε να αντιμετωπίσει τις ψυχικές διαταραχές του συζύγου της, (έκανε μια απόπειρα αυτοκτονίας πέφτοντας στον Ρήνο και τελικά νοσηλεύτηκε σε ψυχιατρική κλινική μέχρι το θάνατό του).
Την πρώτη της εμφάνιση έκανε στα οκτώ, παίζοντας ένα έργο a quatre mains (για 4 χέρια).
Με πολλές περιοδείες στο ενεργητικό της λατρεύτηκε από το μουσικόφιλο κοινό.
Μετά το γάμο της άρχισε να ερμηνεύει έργα του Σούμαν, μιας και εκείνος εξ αιτίας του τραυματισμού του, (στην προσπάθειά του να πετύχει ταχύτητα στις τρίλιες) δεν μπορούσε να παίξει πιάνο.
Ο Γιόχαν Μπραμς μετά το θάνατο του συζύγου της τής συμπαραστάθηκε ως καλός φίλος.
Πολλοί αναφέρονται σε μια πιο στενή σχέση στηριζόμενοι στην αλληλογραφία τους, όπου μαρτυρείται πως ο Μπραμς ήταν ερωτευμένος μαζί της.
Robert und Clara Schumann 1847, Lithografie von Eduard Kaiser
Εμπνεόμενη από το μεγάλο έρωτά της για τον Σούμαν, η Κλάρα συνέθεσε το «Νυχτερινό σε Φα μείζονα».
Θεωρείται η πιο εμπνευσμένη σύνθεση των «Soirees Musicales», μιας συλλογής με έξι πιανιστικές μινιατούρες, στις οποίες είναι εμφανείς μελωδικές και αρμονικές επιρροές από έργα των Μέντελσον και Σοπέν και αφιερώθηκε από τη νεαρή συνθέτιδα στην Henriette Voigt, γνωστή πιανίστα και πάτρονα των τεχνών στη Λειψία, σημείο αναφοράς για την Κλάρα.
Το «Notturno» είναι γραμμένο στην αργή χρονική αγωγή των 6/8 και δομείται σε μορφή ABA. Αξιοπρόσεκτη είναι η συνεχής συνοδεία αρπισμών στο αριστερό χέρι καθ’ όλη τη διάρκεια των οποίων το δεξί εκτελεί τρυφερές μελωδικές γραμμές, χωρίς ιδιαίτερες δυναμικές εξάρσεις, με τρίλιες, λογής αποτζιατούρες και χρωματικές καταβάσεις στο μπάσο να ενισχύουν σε λυρισμό, διακριτικό πάθος και ευγενικό ρομαντισμό…
Το ανεπαίσθητο pianissimo των καταληκτικών συγχορδιών συντελεί στη διαμόρφωση μιας ονειρικής αναπόλησης…
Άξιο θαυμασμού είναι πως γράφτηκε όταν ήταν μόλις δεκαέξι χρονών!!!
Ο έρωτας δημιουργεί θαύματα, ως γνωστόν!
Το Νυχτερινό της Κλάρας μάς οδηγεί στη φυγή, μέσα σ’ ένα φιλί από νότες της νύχτας, για έναν κόσμο ονειρικό!
Ακούστε, απολαύστε, ονειρευτείτε, φίλοι μου!
Clara Wieck-Schumann: «Nocturne op. 6 n. 2»