Περίπου 20 χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα Πηγάδια, απλώνεται μπροστά μας το πιο μικρό κι ίσως το πιο ξεχωριστό χωριό του νησιού.
Είναι το χωριό Σπόα, που στα σίγουρα έχει κάτι μαγικό.
Εκεί, στο κέντρο της Καρπάθου, βρίσκεται ένας μικρός μυστικός παράδεισος.
Οι άνθρωποι του είναι αιώνια ερωτευμένοι μαζί του, όπου κι αν βρεθούν, ό,τι κι αν κάνουν στη ζωή τους, το χωριό έχει δέσει ολάκερη την ύπαρξη τους μέσα στις πέτρες του!
Όμως δε θα σας μιλήσω για το Σπόα, αλλά για το επίνειο, τον Άγιο Νικόλαο, μα όποιος έχει στόχο να περάσει από την Κάρπαθο του οφείλει τουλάχιστον μια επίσκεψη.
Η διαδρομή από την πρωτεύουσα Πηγάδια είναι όμορφη αν και σε αρκετά σημεία ο δρόμος στενεύει, ίσα που χωρά ένα αυτοκίνητο, ενώ στα δεξιά μας οι απότομοι γκρεμοί του νησιού είναι ζόρικοι, το ταξίδι λοιπόν, ειδικά για τον αμάθητο, απαιτεί προσοχή.
Στην είσοδο του χωριού Σπόα στρίψαμε τον αμαξωτό και πήραμε την κατηφόρα για τη θάλασσα. Λίγα λεπτά ήρεμης διαδρομής μας έβγαλαν σε έναν πανέμορφο γαλήνιο κόλπο.
Ένα ξωκλήσι, μια γλίστρα για τις βάρκες, ελάχιστα σπίτια, μετρημένα ενοικιαζόμενα δωμάτια και δυο ταβερνάκια, αυτά είναι όλα κι όλα τα ανθρώπινα έργα στον Άγιο Νικόλαο.
Εδώ η φύση έδωσε το πιο γλυκό φιλί της! Η παραλία είναι υπέροχη και μια θάλασσα κυριολεκτικά να την πιείς στο ποτήρι, αφού στην άπνοια του ανέμου μπορείς να ξεχωρίσεις από χιλιόμετρο λεπτομέρειες στο βυθό της.
Οι μυημένοι ταξιδιώτες γνωρίζουν πολύ καλά το απάγκιο λιμανάκι, μάλιστα υπάρχουν κάποιοι που το επισκέπτονται κάθε καλοκαίρι, όλα τους τα χρόνια!
Σταθήκαμε στο «Βότσαλο», το κεντρικό εστιατόριο της Καλλιόπης και του Παύλου Χαροκόπου. Η όμορφη προπαντός πεντακάθαρη επιχείρηση έχει ιστορία παραπάνω από 60 χρόνια. Ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του 1950, τότε ήταν το οικογενειακό καφενείο της οικογένειας Πιπέρη, γιαγιάς της Καλλιόπης.
Ένας μικρός πέτρινος καφενές, για τους ψαράδες και για όλους εκείνους που κατέβαιναν στο μικρό λιμανάκι, αφού από εδώ, πολύ πριν την κατασκευή του οδικού δικτύου, ξεκινούσε το δρομολόγιο το καΐκι, για την πρωτεύουσα Πηγάδια. Μα από εδώ έλυναν κάβους, το ίδιο κάνουν ακόμη και σήμερα, οι ψαράδες, για να βρουν και να φέρουν τη ξακουστή Μένουλα, το ψαράκι που παστώνετε με μαστοριά από τους ντόπιους και ταξιδεύει σε όλο τον πλανήτη. Αυτό το μικρό «θεριό του Μάρτη», ένας από τους καλύτερους μεζέδες της Καρπάθου, έκανε διάσημο το χωριό Σπόα.
Ευρύχωρη αυλή, φαρδιά πέργολα με υπέροχη σκιά κι ο οικοδεσπότης Παύλος, για τους φίλους είναι ο Πάχος, έχει έναν διαφορετικό από τα συνηθισμένα ρόλο.
Το χειμώνα δουλεύει στις οικοδομές, είναι αδειούχος ηλεκτρολόγος-υδραυλικός. Τα καλοκαίρια γίνεται ακόμη και ψαράς, όμως το μεράκι του είναι διαφορετικό.
Ο Παύλος Χαροκόπος είναι μουσικός, ένας από τους αξιόλογους Καρπάθιους λαουτιέρηδες. Βλέπεις έχει καταγωγή από το Μεσοχώρι, το χωριό που φημίζεται για την ποιότητα των οργανοπαιχτών στην καρπάθικη λύρα και το λαούτο.
Είναι ακόμη νωρίς, στην αυλή δεν έχει κόσμο, καθυστερούμε τον Παύλο από τη δουλειά και εκείνος, με σύμμαχο το χιούμορ του, λέει τις πιο μεγάλες αλήθειες:
«Μας άρεσε η πέτρα, διαλέξαμε να μείνουμε στο νησί και να παλέψουμε. Όμως σήμερα πληρώνουμε το τίμημα της κρίσης.
Η πολιτεία κοιτά τους αριθμούς, αλλά δεν βλέπει τους ανθρώπους. Κόβω μια απόδειξη, ας πούμε 5 ευρώ και εκείνοι θέλουν να πάρουν 6! Πως γίνεται αυτό;
Όσο για τους ξένους, αυτοί είναι καλά πληροφορημένοι, τα γνωρίζουν όλα, μας κριτικάρουν. Αυτό που γίνεται στη χώρα είναι τρελό».
Αυτόματα γεννιούνται ένα σωρό απορίες:
– Πόσο κοντά στην ελληνική επαρχεία είναι εκείνοι που αποφασίζουν;
– Ποιος κατανοεί τις ανάγκες των ανθρώπων που ζουν στην εσχατιά του Αιγαίου;
Είναι δύσκολο να ζεις εδώ κάτω και ταυτόχρονα να νιώθεις ότι είσαι αληθινό τμήμα της Ευρώπης!
Οι νόμοι και οι κανόνες εφαρμόζονται δίχως να έχουν δοκιμαστεί, πολλά είναι εκείνα που δε ταιριάζουν σ’αυτούς τους ανθρώπους. Άλλα τόσα που γίνονται μονάχα για το θεαθήναι.
Δεν περιμένω απαντήσεις, μα θέλει θάρρος για να κοιτάξεις τόσο μακριά από την πρωτεύουσα. Εδώ οι ψήφοι είναι μετρημένοι κι αν το καλοκαιράκι μοιάζει γλυκό, για σκεφτείτε μια χειμωνιάτικη βόλτα στην απόλυτη ερημιά και εδώ οι μόνοι ανοιχτοί δρόμοι είναι ο απέραντος ουρανός κι η ανταριασμένη θάλασσα.
Δεν άργησαν να μας αρπάξουν το μυαλό οι μυρωδιές της κουζίνας και να αλλάξουν ρότα στη σκέψη μας. Τρέξαμε μέσα, η μαγείρισσα Ανθούλα δούλευε πάνω από τα τσουκάλια.
Πάλευε να στρώσει τον μουσακά, να ετοιμάσει το φάβα, φρόντιζε τα ολόφρεσκα καλαμάρια, αλλά και πολλές vegeterian επιλογές όπως για παράδειγμα την άγρια σποϊτικη κάπαρη ή τα πολύ ωραία ντολμαδάκια, μα και όλα τα ξεχωριστά του τόπου, που μαγνητίζουν τους σταθερούς πελάτες.
Ο Παύλος είναι απόλυτος, οι κινήσεις του γίνονται με απόλυτη συνείδηση:
«Έχουμε τουρίστες που είναι πια καλοί φίλοι, έρχονται κάθε καλοκαίρι για 10-15 χρόνια. Εκείνοι λοιπόν γνωρίζουν ό,τι εδώ είναι κάτι παραπάνω από εστιατόριο, είναι το σπίτι μας, που γίνεται σπίτι τους. Η κουζίνα είναι ανοιχτή, ό,τι ετοιμάζουμε πρώτα θα το βάλουμε στο δικό μας τραπέζι κι έπειτα θα βγει στον κόσμο».
Την ίδια ώρα το τηλέφωνο χτυπά, ο Παύλος μιλά με πελάτες που βρίσκονται στην άλλη άκρη της Καρπάθου, τον ρωτούν για το μενού και κλείνουν τραπέζι.
Είναι ευλογία να βρεθείς έστω και για μια στιγμή στον Άγιο Νικόλαο Σπόων, να ζήσεις τη γαλήνη και την αυθεντικότητα ενός τόπου που ακόμη κρατάει αναλλοίωτο το μεθυστικό της άρωμα.
Ανάμεσα στα γνώριμα ψαράκια, όπως και στα υπόλοιπα δίποδα και τετράποδα πλάσματα, μπορεί να βρέθηκαν άγνωστα και πολλά διαφορετικά είδη, που σήμερα να μας τρομάζουν, όμως ποιος είπε ότι οι γνήσιες ψυχές του Αιγαίου έχουν χαθεί;