Η Μάριον κυκλοφορεί με ένα FIAT 500 κυβικών χρώματος μωβ. Είναι τόσο επιμελής που φροντίζει να βάζει πάντα βενζίνη από το ίδιο πρατήριο διότι θέλει να βλέπει, λέει, και την φίλη της Φελίζ όπου εργάζεται σε αυτό. Τύφλα να ΄χουν οι καλύτεροι βενζινάδες μπροστά της, σπίρτο αναμμένο! Περιποιείται τον πελάτη χωρίς βιασύνες, χωρίς κουλουριασμένες και λερωμένες μάνικες, φορώντας πάντα γάντια προσέχοντας ακόμα και την στρατιωτική της ζώνη με την μεγάλη μεταλλική αγκράφα μη τυχόν και άθελά της ακουμπήσει στο χρώμα των αυτοκινήτων και τα χαράξει. Προσερχόμενος ο πελάτης στο πρατήριο μέσα σε χρόνο ντε-τε του καθαρίζει το παρμπρίζ (με σπρέι παρακαλώ, όχι με σκέτο νερό), ελέγχει την πίεση των ελαστικών, τους ψεκαστήρες νερού για τα τζάμια, τα λάδια του κινητήρα και τελειώνει με τον έλεγχο στα υγρά για τυχόν διαρροές. Τέλος, συνιστά στην Μάριον να προσέχει το αυτοκίνητο όσα χρόνια κι αν περάσουν, διότι ‘έτσι πρέπει να κάνουμε όλοι για τα πράγματά μας, δεν πρέπει να τα παραμελούμε’.
Συνήθως το FIATάκι καταφθάνει στο πρατήριο τις περισσότερες φορές λερωμένο είτε από τις ψιχάλες και τις μπόρες της βροχής, είτε από τα περιττώματα πτηνών, είτε από τις ακαθαρσίες ζώων που είναι διάσπαρτες στην άσφαλτο και η Φελίζ βλέποντάς το στενοχωριέται κι αρχίζει τις παρατηρήσεις επιρρίπτοντας την ευθύνη στην ιδιοκτήτριά του. Υπόψη ότι η Φελίζ έχει φροντίσει έτσι ούτως ώστε να έχει λίγα πράγματα και στο σπίτι της για να τα καθαρίζει σχολαστικά: ένα ντιβάνι που κοιμάται, ένα μικρό φερόμενο πλυντήριο ρούχων πάγκου, δυο λεκάνες (μια μικρή και μια μεγαλύτερη), μια σιδερώστρα με ένα σίδερο κάρβουνου. Της είναι αρκετά λέει αυτά αρκεί να έχουμε την υγειά μας. Για το δικό μου όμως το αυτοκίνητο, κουβέντα δεν βγάζει που το βλέπει σε καθημερινή βάση λασπωμένο, λες και συμμετέχει σε ορεσίβιες χωμάτινες αναβάσεις. Μια μέρα λοιπόν που υπολόγισα διαβάζοντας το βλέμμα της ότι κάποια στιγμή θα την τσιγκλίσει η Μάριον και θα μου αρχίσει τον ‘εξάψαλμο’ για να ‘συμμορφωθώ’, πέρασα από το πρατήριο με το αυτοκίνητο στην ‘πένα’ σενιαρισμένο. Αμέσως η Φελίζ ‘το σπίρτο’, δεν κρατήθηκε και μου την αμόλησε την κουβέντα: ‘ώστε έτσι, ε; κατάλαβα κύριε Δημήτρη, μην αρχίσετε τώρα τις δικαιολογίες…’. Το ‘σπίρτο’ υπέθεσε ότι σε κάποιο άλλο πρατήριο είχα πάει κι έκανα το όχημα τζιτζί. Με ένα παράπονο τέτοιο που μου ράγισε την καρδιά και με χαμηλωμένα τα μάτια την ακούω να λέει: ‘Έφταιξα εγώ που δεν σας πίεσα ούτε την μια φορά, ούτε την άλλη, ούτε την πεντηκοστή, ούτε την εκατοστή ούτε την νιοστή κι έχασα χρόνο, διότι πρέπει να προσέχουμε αυτούς που μας προσέχουν και ειδικά εμένα που είμαι μόνη σ’ αυτή τη χώρα που λέγεται Ελλάδα, βρίσκοντας ριζιμιό κι απάγκιο απ’ τις οβίδες που περνούσαν ξυστά πάνω απ’ το κεφάλι μου…’. Μπορείτε να μου πείτε εσείς που κάθεστε στα ζεστά σας σπίτια με τις ανέσεις και τις τηλεοράσεις σας βαθουλώνοντας όλο και πιο πολύ κάθε μέρα τη γούβα του καναπέ σας, τι θα απογίνω αν τυχόν κάποια μέρα μάθω ότι η Φελίζ πήγε στην πατρίδα της για να δει την μάνα της και δεν της επιτρέπουν – αν καθόλα νόμιμη στην Ελλάδα – ότι δεν μπορεί να γυρίσει πίσω για τον άλφα ή βήτα λόγο;
Αγάπη μου Φελίζ, να ξέρεις ότι το FIATάκι της φίλης σου Μάριον βρίσκεται καθαρό και στεγασμένο σε ασφαλές σημείο, το δε δικό μου το πούλησα σε φίλο μάτια μου, ακούοντας τα μέτρα-παλάντζα όσον αφορά στα τέλη κυκλοφορίας που ανεβοκατεβαίνουν κάθε χρόνο κι ο πρωθυπουργός καρδιά μου θα σας εισάγει καινούργια (ηλεκτρικά τα είπε) για να μη ρυπαίνουν πλέον, εφαρμόζοντας τα μέτρα περί κλιματικής αλλαγής ως ο πρώτος πρωθυπουργός που έχει αρχίσει να καθιστά το ένα πίσω από το άλλο τα νησιά πράσινα σε συνεργασία με τις εταιρίες αυτοκινήτων και ανεμογεννητριών (πράσινη ανάπτυξη την λένε Φελίζ) αλλάζοντας εντελώς το τοπίο στα ήδη καμένα από το καλοκαίρι.