Ο Πάνος Καπώνης* είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, τ. Επ. Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πατρών (Φαρμακευτική), ποιητής, συγγραφέας και κριτικός λογοτεχνίας Έχει συγγράψει οκτώ πανεπιστημιακά συγγράμματα φαρμακευτικού δικαίου.Λογοτεχνική ιστoσελίδα : http://logos.caponis.gr.
«Αλλοίμονο σε εκείνους που πιστεύουν ότι το συναίσθημα, η λογοτεχνία, η ποίηση και το όνειρο δεν έχουν θέση στη δημόσια ζωή. Αυτό που έχει χάσει η χώρα μας είναι ότι έχει πάψει να ονειρεύεται. Εγώ σας καλώ απόψε να ονειρευτούμε», ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΠΕΝΟΣ
Αφορμή γι αυτό το άρθρο πήρα από τον πρόσφατο βανδαλισμό στην λεγόμενη «Εθνική Πινακοθήκη» από έναν ακροδεξιό «βουλευτή» έναν «Ταλιμπάν» της πολιτικής ζωής αυτής της χώρας. Φυσικά δεν είναι ο μόνος, γιατί ο «φασισμός» δεν είναι πολιτική θέση και αντανάκλαση αλλά, ως νοοτροπία και τρόπο ζωής δεν έχει χρώμα : Είναι όχι μόνον μαύρος, αλλά και κόκκινος και τα τελευταία χρόνια και ….ροζ. Ο «φασισμός» είναι και δεξιός και αριστερός και οποιασδήποτε απόχρωσης θέλετε.
Οφείλω να διευκρινίσω ότι, το άρθρο δεν έχει να κανει με τον πρόσφατο σάλο της απεικόνισης των αντιαισθητικών και όχι μόνον πινάκων κάποιου αιρετικού ζωγράφου (σε όσους άρεσαν «βοήθειά» τους), ούτε με την τέχνη, ούτε με την θρησκεία, ούτε με την Πολιτική που εκπορεύεται από το Υπουργείο «Πολιτισμού» ή από θρησκευτικές Αρχές, οι οποίες Αρχές είδαν μόνον την μια όψη αλλά όχι την θηριωδία του φανατικού «βουλευτή». Έχει να κάνει με την περιρρέουσα πολιτική ατμόσφαιρα των τελευταίων ετών, στην πολιτική, πνευματική, πολιτιστική, οικονομική, κοινωνική ζωή της σύγχρονης Ελλάδος. (Το σύγ-χρονης φοβάμαι ότι είναι πλεονασμός σήμερα). Ο αθάνατος Νίκος Καζαντζάκης (θύμα των τότε «Ταλιμπάν») είχε πει το γνωστό : «Δεν πιστεύω τίποτα, δεν ελπίζω τίποτα, είμαι ελεύθερος», πάντα επίκαιρο αλλά σε αυτούς τους χαλεπούς καιρούς που ζούμε ακόμη πιο επίκαιρο.
«Αυτός, που καθήκον του είναι να προβάλει μια διορθωτική ιδέα, δεν έχει παρά να μελετήσει, με ακρίβεια και σε βάθος, τα σαθρά μέρη της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων – και έπειτα να τονίσει, με τον μεγαλύτερο δυνατό τρόπο, το αντίθετό τους….». Εάν το παραπάνω κείμενο δεν ήταν μέρος φιλοσοφικού λόγου (Kierkegaard, Bush der Richter), θα μπορούσε να είχε γραφτεί για την εν γένει σημερινή πολιτική, όχι μόνον στην Ελλάδα, αλλά και γενικότερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση (παραλείπεται – είναι άλλο κεφάλαιο – η πέραν του Ατλαντικού Δύση). Βέβαια, δεν βρισκόμαστε πια στην εποχή των ουτοπικών σοσιαλιστών, όπου τα κοινωνικά σύνορα ήταν ευδιάκριτα, αλλά στον 21ο αιώνα, στο τέλος ίσως του γνωστού οικονομικού ανθρώπου και ακόμα των πολιτικών ιδεολογιών ή στην αρχή μιας τάσης αφανούς σύγκλησης των πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών κατακτήσεων, στην οποία υπάρχει και πρέπει να ανταποκριθεί σε καινούργιες κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες μια νέα (ίσως) ανθρώπινη πολιτική.
Η παλιά νοοτροπία της θεωρητικής «ευσέβειας» προς διακηρυγμένες ιδεολογικές ή πολιτικές διατυπώσεις – που προσπαθούν να επιβάλουν νέοι δήθεν πολιτικοί με αμφίβολο «αριστερό» πρόσημο – δεν βοηθάει στην πολιτική και κοινωνική ανάπτυξη της χώρας, εάν δεν συνοδεύεται από πρακτικές λύσεις άμεσης εφαρμογής και δημιουργία – προοδευτικά μέσα στον χρόνο – νέων εφαρμόσιμων θεσμικών πλαισίων. Η δημιουργία των πλαισίων αυτών, η οικοδόμηση δηλαδή του μέλλοντος, που είναι κατ’ ανάγκη θεσμικού χαρακτήρα, εξαρτάται πάντα σε μεγάλο βαθμό, από τα πρόσωπα που χτίζουν τους θεσμούς. Σε αυτό το σημείο, το πρόβλημα της διαμορφώσεως νέων θεσμών, είναι πρόβλημα όχι αυτών καθαυτών των θεσμών, αλλά ανάγεται σε πρόβλημα βελτιώσεως των προσώπων – που σε μια δημοκρατική πολιτεία – όπου οι πολιτικοί θεσμοί δίνουν την δυνατότητα για μεταρρυθμίσεις – πρέπει να στέκονται σε μια υψηλή ηθική και διανοητική στάθμη. Κάνοντας αναγωγή λοιπόν στα πρόσωπα και το ηθικό ανάστημα των προσώπων που τα τελευταία χρόνια υπηρέτησαν την δημοκρατία – μετά την λεγόμενη μεταπολίτευση – στην Ελλάδα, στεκόμαστε με θαυμασμό σε ελάχιστους πολιτικούς άντρες, που παρ’ όλες τις αντίξοες συνθήκες διαχρονικά έλαμψαν στην πολιτικής μας ζωή, σε αντίθεση με τους πολλούς που όχι μόνον δεν αγάπησαν την πατρίδα τους, αλλά συμβιβάστηκαν, υπέκυψαν, αδιαφόρησαν και ανήγαγαν την διαπλοκή σε πολιτική, όπως το διαχρονικό έγκλημα των σιδηροδρόμων στην χώρα, στερώντας έτσι στον Λαό, προοπτικές για ένα καινούργιο χάραγμα λύσεων στα εν γένει προβλήματα της πατρίδος μας. Καθημερινά γινόμαστε μάρτυρες της έλλειψης πολιτικού οράματος, της στείρας πολιτικολογίας, του βολέματος των «βουλευτών», της ατιμωρησίας των πολιτικών παραβατών συνειδήσεων, αλλά και αντί αυτού, της επιβράβευσης αυτών των ολισθημάτων, όπως π.χ. της διατήρησης υπουργού στην θέση του, αντί να διαγραφεί από το κυβερνών κόμμα, παρ’ όλο που είχε πει [11-02-2025] στον Έβρο το αμίμητο «Είναι ο πρώτος νομός στον οποίο βρίσκομαι εκτός Ελλάδος». (https://parallaximag.gr/epikairotita/greece/gkafa-olkis-apo-tsiara-ston-evro). Έτσι λοιπόν έχει βαρύτητα το λεχθέν από τον παλαίμαχο και σεβαστό πολιτικό κ. Σταύρο Μπένο ενώπιον των «επιγόνων» του αείμνηστου Ανδρέα Παπανδρέου «Αυτό που έχει χάσει η χώρα μας είναι ότι έχει πάψει να ονειρεύεται. Εγώ σας καλώ απόψε να ονειρευτούμε»