iporta.gr

Βιβλίο: “Τσάι τη Σαχάρα” του Paul Bowles, του Άγγελου Κουτσούκη

 

 

Ο  Άγγελος Κουτσούκης είναι Ραδιοφωνικός Παραγωγός και Δημοσιογράφος.

“ΤΣΑΙ ΣΤΗ ΣΑΧΑΡΑ” του PAUL BOWLES από τις εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ

Το “Τσάι στη Σαχάρα” είναι ένα εμβληματικό μυθιστόρημα,γραμμένο το 1948 στη Φεζ. Ουσιαστικά είναι το δεύτερο μυθιστόρημα του Πώλ Μπόουλς, ενός συγγραφέα που πάντα κινήθηκε εκτός των δεδομένων. Στίς μέρες μας, η ταινία του Μπερτολούτσι το έκανε γνωστό,σε έναν μεγάλο αριθμό αναγνωστών,παρ΄όλο που την εποχή που γράφτηκε,ουσιαστικά,έκανε τομή στη λογοτεχνία της εποχής του.

Ο Πώλ Μπόουλς γεννήθηκε στο Κουίνς της Νέας Υόρκης από οικογένεια με οικονομική άνεση. Μια κακή σχέση με ένα αυταρχικό πατέρα καταγράφεται στα πρώτα βιογραφικά του στοιχεία. Ήδη το παιδί έγραφε στα τέσσερά του ποίηση και μουσική. Στα δεκαεπτά του έδωσε προς δημοσίευσιν το ποίημά του «Spire Song», ενώ το ενδιαφέρον του για την jazz παρεμποδίστηκε από τον πατέρα του. Το 1928 φοιτούσε στο πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια, όπου ήρθε σε επαφή με την Έρημη χώρα του Έλιοτ, καθώς και με τη μουσική του Ντιουκ Έλινγκτον, το Γρηγοριανό Μέλος και τα μπλουζ.

Το 1929 αναχώρησε απροειδοποίητα για το Παρίσι, όπου συνδέθηκε με τον Τριστάν Τζαρά. Με την επιστροφή του στη Νέα Υόρκη εργάσθηκε σε βιβλιοπωλείο του Μανχάταν και ξεκίνησε το ημιτελές του μυθιστόρημα Without Stopping. Παρά την πρόσκαιρη επιστροφή του στο πανεπιστήμιο, μέσα σε ένα εξάμηνο αναχώρησε μαζί με τον Άαρον Κόπλαντ για το Παρίσι. Το φθινόπωρο του 1930 άρχισε να συνθέτει τη δική του Σονάτα για Όμποε και Κλαρινέτο που παρουσιάστηκε στη Νέα Υόρκη έναν χρόνο αργότερα. Στο Παρίσι, έγινε μέλος του λογοτεχνικού κύκλου της Γερτρούδης Στάιν, με της οποίας την παρότρυνση επισκέφθηκε την Ταγγέρη το καλοκαίρι του 1931. Μετέβη στο Βερολίνο, όπου γνώρισε τους συγγραφείς Στίβεν Σπέντερ και Κρίστοφερ Ίσεργουντ, και επέστρεψε στη Βόρεια Αφρική, για μια περιπλάνηση στο Μαρόκο, τη Σαχάρα, την Αλγερία και την Τυνησία.

Στη Νέα Υόρκη επέστρεψε το 1937. Έναν χρόνο μετά παντρεύτηκε τη συγγραφέα Τζέιν Όουερ. Την επόμενη δεκαετία απέκτησε φήμη ως συνθέτης και ως τέτοιος συνεργάστηκε με τον Όρσον Γουέλς, τον Τένεσι Ουίλιαμς και άλλους δημιουργούς. Μετά από μια σύντομη διαμονή στη Γαλλία, το ζεύγος Μπόουλς (γνωστό και για τις παράλληλες, ομοφυλόφιλες και λεσβιακές, αντίστοιχα, επιδόσεις του) αποτέλεσε αντικείμενο σχολίων και συναναστροφής της πνευματικής ελίτ της πόλης. Το 1945 ο Πολ Μπόουλς έγραψε το διήγημα «A Distant Episode», παρακινούμενος από την επιμονή της Τζέιν να ασχοληθεί με το πεζό. Το πρώτο του μυθιστόρημα είχε τον τίτλο Two Serious Ladies (1943). Όταν μετακινήθηκε οριστικά στην Ταγγέρη, η Τζέιν τον ακολούθησε για έναν χρόνο. Ο τίτλος του μυθιστορήματος που έγραψε εκεί (The Sheltering Sky) ήταν εμπνευσμένος από το τραγούδι «Down Among the Sheltering Palms», ένα τραγούδι που άκουγε συχνά ως παιδί. Το βιβλίο δημοσιεύθηκε το 1949. Το 1950 ο Μπόουλς δημοσίευσε την πρώτη του συλλογή διηγημάτων A Little Stone, ενώ το δεύτερο μυθιστόρημά του Let It Come Down δημοσιεύτηκε το 1952 και το τρίτο, το The Spider’s House, το 1955, έναν χρόνο πριν από την ανεξαρτησία του Μαρόκου. Το 1952 αγόρασε ένα μέρος του νησιού Ταπρομπάν, στην ακτή της Κεϋλάνης, όπου άρχισε να γράφει το μυθιστόρημα The Spider’s House κατά τους χειμερινούς μήνες, διατηρώντας την Ταγγέρη ως ορμητήριο του καλοκαιριού. Λόγω του Μπόουλς, η Ταγγέρη έγινε τόπος «προσκυνήματος» δημιουργών όπως ο Τρούμαν Καπότε, ο Τένεσι Ουίλιαμς, ο Γκορ Βιντάλ, αλλά και beat λογοτεχνών, όπως ο Άλεν Γκίνζμπεργκ, ο Ουίλιαμ Μπάροουζ και ο Γκρέγκορι Κόρσο.

Το ΄΄Τσάι στη Σαχάρα΄΄ είναι το μυθιστόρημα που απεικονίζει αυτή τη ζωή. Ο Πορτ Μόρσμπι, ο ήρωας του βιβλίου του Πολ Μπόουλς στο Τσάι στη Σαχάρα, όπως και γυναίκα του η Κιτ, είναι δύο «καταραμένοι» Αμερικανοί με ασήκωτες αποσκευές, διαρκώς ανικανοποίητοι και απολύτως υπερόπτες. Και μαζί τους ο τρίτος χαρακτήρας του βιβλίου, ο Τάνερ. Διεισδύοντας στην έρημο της Αλγερίας, στο χωριό Μπου Νούρα, ο Πορτ συναρπάζεται από την ιδέα της διαρκούς μετακίνησης, ενώ οι όλο και πιο παράξενες συνθήκες οδηγούν την Κιτ στα όρια της καταστροφής.

΄΄Ακόμα και κατά τη διάρκεια των σύντομων περιόδων που οι ζωές τους είχαν μιά σταθερότητα,οι οποίες δεν ήταν πολλές από τον γάμο τους και μετά,εδώ και δώδεκα χρόνισ,αρκούσε να εντοπίσει κάπου έναν χάρτη για να αρχίσει να τον μελετάει με πάθος. Κι έπειτα,ως συνήθως,ξεκινούσε να σχεδιάζει κάποιπ καινούργιο,απίθανο ταξ’ιδι, που ορισμενες φορές γινόταν τελικά πραγματικότητα. Δεν θεωρούσε τον εαυτό του τουρίστα. Ηταν ταξιδιώτης. Η διαφορά έχει να κάνει εν μέρει με τον χρόνο,εξηγούσε. Ενώ ο τουρίστας λαχταρά να γυρίσει στο σπίτι του έπειτα απόμερικές εβδομάδες ή μήνες,ο ταξιδιώτης καθώς δεν ανήκει σε ένα μέρος περισσότερο απ΄ότι σε κάποιο άλλο,κινείται αργά,γιά χρόνια από το ένα σημείο της γής στο άλλο. Και πράγματι,του ήταν δύσκολο να πεί,ανάμεσα στούς πολλούς τόπους όπου είχς ζήσει,που ακριβώς είχε νοιώσει περισσότερο σαν στο σπίτι του. Πρίν από τον πόλεμο ήταν η Ευρώπη και η Μέση Ανατολή, στη διάρκεια του πολέμου οι Δυτικές Ιωδίες και η Νότια Αμερική. Κι εκείνη τον συνόδευε,χωρίς να επαναλαμβάνει τα παράπονά της πολύ συχνή ή πολύ έντονα΄΄,γράφει ο συγγραφέας.

Αυτός είναι ο βασικός κορμός πάνω στον οποίο είναι γραμμένο το ΄΄Τσάι στη Σαχάρα΄΄. Παραπέμπει στους γαλλόφωνους συγγραφείς του υπαρξισμού,όπως ο Καμύ,ο Σάρτρ.ο Ζενέ. Είναι ένα μυθιστόρημα ταξιδιού,ενός ανήσυχου ανθρώπου που έβλεπε τον κόσμο κάτω από το δικό του,ιδιαίτερο πρίσμα. Μόνο που το ταξίδι,ουσιαστικά,είναι ένα ταξίδι αυτογνωσίας.

΄΄Η αίσθηση της χειραφέτησης από τους ειθισμένους μηχανισμούς του σώματος και της ψυχής επιτυγχάνεται σταδιακά σε αυτό το μυθιστόρημα: η πρωτόγονη φύση που καιροφυλακτεί για να αρχίσει το διαβρωτικό της έργο, η ομορφιά του τοπίου και, παράλληλα, η τρομακτική συνειδητοποίηση της απομάκρυνσης από τις αστικές συνήθειες, όλα αυτά συνθέτουν «μια πραγματική αλληγορία της πνευματικής περιπέτειας στην οποία αποδύεται ο συνειδητοποιημένος άνθρωπος της εποχής μας», θα γράψει χαρακτηριστικά ο Τένεσι Ουίλιαμς αναφερόμενος στο μυθιστόρημα αυτό. Από τα αγαπημένα βιβλία του Ουίλιαμς, το Τσάι στη Σαχάρα παρακολουθεί την πορεία της περίεργης ανθρώπινης τριάδας προς τα βάθη της υπερσαχάριας Αφρικής, στην προσπάθειά τους αν απομακρυνθούν από τη νεοϋορκέζικη ιντελιτζέντσια που τους στοιχειώνει. Η κυρίαρχη διάθεσή τους είναι ένα είδος ντελίριου, μια πυρετώδης τάση φυγής, μαζί με τη στιγμιαία αίσθηση της μοναξιάς ως κατάκτησης και ως μύησης. Προπάντων, δε, με την απομυθοποίηση της αντικειμενικότητας του χρόνου΄΄,έγραψε ο Νίκος Ξένιος για το βιβλίο.

Και ο Κωνσταντίνος Μπούρας στην Ελευθεροτυπία.΄΄Ομως το αποτέλεσμα είναι καθηλωτικό. Στο βλέμμα και στη στάση του συγγραφέα είναι αποτυπωμένη όλη η Οδύσσεια των ηρώων του. Μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, μετά τη φρίκη της Χιροσίμας και του Ναγκασάκι, μετά τις απάνθρωπες φρικαλεότητες των στρατοπέδων συγκεντρώσεως, οι ευαίσθητοι πνευματικοί άνθρωποι αναζητούν στην εσωτερική έρημο τις αιτίες για τα βάσανα των ανθρώπων που αλέθονται στις μυλόπετρες της Ιστορίας. Ενα υπαρξιακό δράμα είναι το Τσάι στη Σαχάρα, που παραμένει -τόσες δεκαετίες μετά- επίκαιρο και σαγηνευτικό. Διαβάστε το ξανά και ξανά. Θα σας ταξιδέψει. Κάθε φορά και σε άλλο εσωτερικό τοπίο. Ομως μην πάτε στο Μαρόκο. Δεν είναι εκεί η Σαχάρα που αναζητάτε. «Η πόλις θα σε ακολουθεί… Δεν έχει πλοίο για σε, δεν έχει οδό… Ετσι που τη ζωή σου χάλασες εδώ / στην κώχη τούτη τη μικρή, σ’ όλη την γη την χάλασες» (από το ποίημα του Κ. Π. Καβάφη «Η πόλις»). ΄΄