Το “Μια φορά και έναν καιρό…” είναι μάλλον η πιο κατάλληλη φράση για να ανοίξουμε αυτό το κείμενο. Ο δράκος του παραμυθιού ήταν ένας φτερωτός πελώριος δράκοντας με μακριά σπειρωτή ουρά και πράσινα λέπια. Στο πέρασμα του όλα τα πλάσματα, άνθρωποι και ζώα, ασφυκτιούσαν από το δηλητήριο του. Και η χώρα ήταν καταδικασμένη να πληρώνει τον φόρο του αίματος με τα βλαστάρια της για να ταΐσει το θηρίο. Ένα παιδί κάθε ημέρα με την ελπίδα να κρατήσουν τον δράκοντα χορτάτο μέχρι κάποιο θαύμα να τους απαλλάξει από τον δαίμονα αυτό.
Αλλά οι ημέρες και οι εβδομάδες περνούσαν και κανένα θαύμα δεν φαινόταν να συμβαίνει. Ώσπου έφτασε το πρωινό όπου ήρθε η σειρά της ίδιας της κόρης του βασιλιά η όμορφη Αλκυόνη να δεθεί στον ξύλινο στύλο που δένονταν και τα υπόλοιπα παιδιά περιμένοντας τον φρικτό τους θάνατο.
Κανένας δεν περίμενε πως το θαύμα που τόσο καιρό περίμεναν και τόσο θερμά προσεύχονταν θα γινόταν εκείνη την ημέρα. Εδώ είναι που εμφανίζεται ο άγιος Γεώργιος, ο πιστός στρατιώτης που θα τρυπούσε τον δράκο με την λόγχη του και θα απάλλασσε την χώρα από την κατάρα. Το παραμύθι είναι χιλιοειπωμένο, με διάφορες παραλλαγές αλλά πάντα με τις ίδιες προεκτάσεις. Μια κατάρα που μαστίζει την χώρα και τρώει τα παιδιά της, τα βλαστάρια της, που είτε οδηγούνται στο στόμα του δράκου – είτε στην ξενιτιά – χάνονται από τον τόπο τους που μαραζώνει.
Μέχρι να έρθει η στιγμή που το κακό θα φτάσει εκεί που δεν πάει άλλο, εκεί που και η τελευταία αχτίδα ομορφιάς του τόπου κινδυνεύει να σβήσει και μαζί της να σβήσει κάθε ελπίδα για ζωή. Τότε είναι που χρειάζεται ένας άγιος Γεώργιος, ένας ήρωας, ένας πιστός για να μας απαλλάξει από την κατάρα να μας λυτρώσει από το κακό.
Ο πιο αρχαίος και πιο ανθρώπινος μύθος που συμβολίζει επιθυμία του ανθρώπου για κοινωνική δικαιοσύνη, που γαλούχησε γενιές και γενιές με τις οι αντιλήψεις μας περί “καλού” και “κακού”, αντιλήψεις προδιαγεγραμμένες από την παιδική, ή καλύτερα βρεφική ηλικία μας με παραμύθια-νανουρίσματα που εκτοξεύονται από ενήλικες γλώσσες.
“Καλοί” πρίγκιπες και νεράιδες και τρομακτικοί “κακοί” ήρωες παρμένοι απ’ το άγριο ζωικό βασίλειο εμφυτεύονται εντός μας. Εν αγνοία μας. Και κυριότερα, καλλιεργούνται αναντίδραστα. Και μεις αφού γίνουμε φορείς των παραμυθιών καλούμαστε να αγγίξουμε την ουσία κάτω απ’ το ευμετάβλητο περίγραμμα του κόσμου, να απαλλαγούμε από τις κατάρες και τις συμφορές και να αγγίξουμε την ουσία της ζωής.
Να κερδίσουμε την ελευθερία με σύμμαχο την πίστη στoν άνθρωπο.
Γιατί μόνο στην ανθρωπιά ή με την ανθρωπιά τα πάντα είναι βέβαια. Εκεί που η λογική υπονομεύεται, εγκαταλείπει έρχεται η αγάπη για τον άνθρωπο να επαναπροσδιορίσει την ουσία των πραγμάτων. Και τότε οι προκαταλήψεις εξαφανίζονται, τα α δεσμά και οι περιορισμοί φλέγονται. Η παρόρμηση και το αυθόρμητο συναίσθημα σημασιοδοτούν τα πάντα, ή καλύτερα στερούν τη σημασία τους δίνοντάς τους ένα καινούριο νόημα.
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr